Έρευνα με τίτλο «Θάνατος ενός στενού φίλου: Βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην σωματική, ψυχολογική και κοινωνική ευημερία», που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο Stirling και το Αυστραλιανό Εθνικό Πανεπιστήμιο και δημοσιεύθηκε από το επιστημονικό περιοδικό Plos One, δείχνει ότι ο θάνατος ενός καλού και στενού φίλου μπορεί να έχει αντίκτυπο στην υγεία και ευεξία που νιώθει κανείς για μέχρι και τέσσερα χρόνια. Το πένθος μάλιστα είναι εντονότερο στις γυναίκες από ότι στους άνδρες.

Συγκεκριμένα, οι ειδικοί συγκέντρωσαν δεδομένα από 26.515 άτομα μέσα σε 14 χρόνια. Από τους ανθρώπους που μετείχαν στην έρευνα, πάνω από 9.500 είχαν βιώσει το θάνατο ενός στενού φίλου.

Τέσσερα χρόνια μετά το θάνατο ενός φίλου, βρέθηκαν σημαντικά αρνητικά αποτελέσματα στους ανθρώπους αυτούς, τόσο σωματικά όσο και ψυχικά. Η Δρ Λιζ Φόρμπατ, από το Πανεπιστήμιο Stirling, δήλωσε ότι πολλές από τις προηγούμενες έρευνες για τη θλίψη και το πένθος έχουν επικεντρωθεί στον θάνατο ενός κοντινού συγγενή, συχνά ενός συζύγου. «Γνωρίζουμε ότι όταν ένας σύντροφος, παιδί ή γονέας πεθάνει, το άτομο που υφίσταται την απώλεια είναι πιθανό να θρηνήσει και να αισθανθεί χειρότερα για κάποιο καιρό. Ο αντίκτυπος, όμως, του θανάτου ενός φίλου δεν έχει την ίδια αίσθηση σοβαρότητας. Όμως, υπάρχουν έντονες επιπτώσεις στην υγεία και την ευημερία των ανθρώπων των οποίων είχε πεθάνει ένας φίλος τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια, όμως οι εργοδότες, οι παθολόγοι και η κοινότητα δεν επικεντρώνονται στην παροχή στήριξης σε αυτήν την περίπτωση».

Οι γυναίκες που έζησαν το θάνατο ενός στενού φίλου, υπέστησαν μεγαλύτερη επιδείνωση στην ψυχική τους υγεία και ευεξία και χρειάστηκαν περισσότερο χρόνο για να ανακάμψουν από το πένθος. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι αυτό συμβαίνει επειδή οι γυναίκες αναπτύσσουν πιο στενούς δεσμούς με τους φίλους τους, κοινωνικούς και συναισθηματικούς. Όλα αυτά, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, καθιστούν σαφές ότι πρέπει να διασφαλιστεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες πρόθεση για βοήθεια στους ανθρώπους που έχασαν κάποιον φίλο.