Τα παιδιά που προέρχονται από οικογένειες που δεν έχουν καλές κοινωνικές διασυνδέσεις κινδυνεύουν να «μείνουν πίσω» από τους πιο ευνοημένους συνομηλίκους τους, προειδοποιούν οι ειδικοί μετά από μια νέα μελέτη στην οποία υπογραμμίζεται η έλλειψη ευκαιριών στους μη προνομιούχους νέους.
Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν από τη βρετανική οργάνωση για τους νέους The Prince’s Trust δείχνουν ότι οι κοινωνικές διασυνδέσεις των γονιών μπορεί να είναι εξίσου σημαντικές με την οικονομική τους επιφάνεια, δεδομένου ότι πολλοί νέοι άνθρωποι αποκτούν εργασιακή εμπειρία ή την πρώτη τους δουλειά μέσω των οικογενειακών επαφών.
Η έκθεση εγείρει ανησυχίες για την έλλειψη «κληρονομημένων» ευκαιριών των φτωχότερων παιδιών, που χάνουν πολύτιμο έδαφος στην εργασία και την εκπαίδευση, με αποτέλεσμα τη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ προνομιούχων και μη.
Η Martina Milburn, διευθύνουσα σύμβουλος της οργάνωσης, δήλωσε: «Υπάρχει μια “κοινωνική τράπεζα” της μαμά και του μπαμπά που μπορεί να ανοίξει τόσες πόρτες όσες και οι οικονομικές δυνατότητες των γονιών. Δυστυχώς, δεν έχουν όλοι οι νέοι την ίδια πρόσβαση σε αυτήν και πολύ συχνά οι νέοι μένουν μακριά από θέσεις εργασίας και άλλες ευκαιρίες απλώς και μόνο επειδή έχουν αρχίσει τη πορεία τους στη ζωή από άλλο σημείο».
Η έρευνα δείχνει επίσης μια συσχέτιση μεταξύ της απουσίας στήριξης της οικογένειας κατά την παιδική και εφηβική ηλικία και της έλλειψης αυτοπεποίθησης και των προοπτικών απασχόλησης στη μετέπειτα ζωή.
«Οι νέοι άνθρωποι που έχουν βοήθεια σε θέματα όπως η απόκτηση εργασιακής εμπειρίας ή η πρώτη δουλειά, έχουν συχνά υψηλότερες προσδοκίες και είναι πιο επιτυχημένοι», δήλωσε εκπρόσωπος της οργάνωσης.
«Δυστυχώς, όμως, πολλοί νέοι άνθρωποι δεν έχουν αυτή την υποστήριξη. Μάλλον το αντίθετο – μπορεί να αγωνίζονται ακόμη και για να πηγαίνουν στο σχολείο ώστε να αποκτήσουν τα βασικά προσόντα ή μπορεί να είναι απασχολημένοι με τη φροντίδα ενός μέλους της οικογένειας στο σπίτι. Όποιος και αν είναι ο λόγος, οι πόρτες είναι κλειστές και όχι ανοιχτές γι’ αυτούς».
Περισσότεροι από το ένα τρίτο (37%) των νέων 16-24 ετών που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι είχαν συζητήσει «σπάνια» ή και «ποτέ» με την οικογένειά τους για τις φιλοδοξίες τους, με περισσότερους από έναν στους δέκα να αναφέρουν ότι η οικογένειά τους δεν τους άφηνε να εξελιχθούν και να προχωρήσουν.
Η έρευνα δείχνει ότι πολλοί από αυτούς τους νέους ανθρώπους αισθάνονται ότι δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους, είναι πιο πιθανό να αισθάνονται ότι είναι καταδικασμένοι να αποτύχουν και είναι πιο πιθανό να είναι άνεργοι.