Για πολλούς ανθρώπους, η αίσθηση ότι τους λείπει ύπνος σε καθημερινή βάση είναι κάτι που πρέπει να συνηθίσουν, για να ανταπεξέλθουν στους φρενήρεις ρυθμούς της ζωή τους.
Οι πολλές ώρες εργασίας και οι πάμπολλες κοινωνικές υποχρεώσεις έχουν το τίμημά τους στον χρόνο ύπνου που απολαμβάνουμε μετά από μια μακρά, σκληρή μέρα.
Ωστόσο, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, οι άνθρωποι κοιμούνται περισσότερο τώρα από ό,τι πριν από τέσσερις δεκαετίες.
Μια μελέτη που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης διερεύνησε τον τρόπο με τον οποίο οι συνήθειες ύπνου των ανθρώπων έχουν αλλάξει μεταξύ της δεκαετίας του 1970 και του σήμερα. Η ομάδα ανέλυσε δεδομένα που συλλέχθηκαν από διάφορες μελέτες τα τελευταία χρόνια, τα οποία περιγράφουν λεπτομερώς τις συνήθειες ύπνου χιλιάδων ανθρώπων.
Παρά την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι οι άνθρωποι ξοδεύουν λιγότερο χρόνο στο κρεβάτι σήμερα, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αυτό δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα.
Η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of Sleep Research, διαπίστωσε ότι ειδικά οι Βρετανοί κοιμούνται περίπου 43 λεπτά περισσότερο από ό,τι στη δεκαετία του 1970, με την πλειοψηφία των ενηλίκων να κοιμούνται μισή ώρα νωρίτερα και να ξυπνούν περίπου 15 λεπτά αργότερα.
Αυτό οφείλεται σε μια μείωση αυτού που οι ερευνητές χαρακτήρισαν ως «σύγκρουση εργασίας-ύπνου», που σημαίνει ότι οι άνθρωποι σήμερα το βρίσκουν ευκολότερο να εξισορροπήσουν τις απαιτήσεις της εργασίας με έναν καλό ύπνο.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι ο μέσος χρόνος που οι Βρετανοί κοιμούνται έχει αυξηθεί από επτά ώρες και 23 λεπτά το 1974 σε οκτώ ώρες και έξι λεπτά το 2015.
Το καθεστώς απασχόλησης των ανθρώπων είχε επίσης αντίκτυπο στον χρόνο που περνούν στο κρεβάτι: Όσοι είναι άνεργοι τώρα κοιμούνται περίπου μια ώρα περισσότερο από ό,τι στη δεκαετία του 1970, ενώ εκείνοι που εργάζονται κλείνουν τα μάτια τους για 45 λεπτά περισσότερα και εκείνοι που έχουν πάρει σύνταξη για 27 λεπτά επιπλέον.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι τα ευρήματά τους δείχνουν ότι ίσως να μην υπάρχει πραγματικός λόγος ανησυχίας για τις σημερινές συνήθειες ύπνου.
«Υπάρχει η άποψη ότι ο ύπνος μας έχει μειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες και ότι η στέρηση του ύπνου έχει φθάσει σε επίπεδα επιδημίας, με τις περισσότερες φορές να κατηγορούνται οι απαιτητικές εργασίες γι’ αυτό», δήλωσαν οι ερευνητές, «αλλά ίσως αυτό να μην ισχύει στην πραγματικότητα».
Νωρίτερα αυτό το έτος, μια μελέτη διαπίστωσε ότι τόσο ο υπερβολικός όσο και ο μειωμένος ύπνος μπορούν να οδηγήσουν σε ποικίλα προβλήματα υγείας, συμπεριλαμβανομένης της υψηλής αρτηριακής πίεσης και των αυξημένων επιπέδων χοληστερόλης.