Κάθε χρόνο, δεκάδες νέες ασθένειες και παθήσεις, σωματικές και ψυχικές, εμφανίζονται στον κόσμο. Μια από τις πιο πρόσφατες και άμεσα συνδεδεμένη με την εποχή της τεχνολογίας είναι η selfitis ή… σελφίτιδα, στα ελληνικά, που προέρχεται βεβαίως από τις αυτοφωτογραφίσεις, τις selfies και φαίνεται να είναι μια πραγματική διαταραχή, σύμφωνα με έρευνα.
Ο όρος δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το 2014, ως μέρος ενός άρθρου που υποστήριζε ότι η selfitis πρέπει να θεωρηθεί ψυχική διαταραχή από την Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία. Ωστόσο, οι ερευνητές εξέτασαν το φαινόμενο, μετά από έρευνες σε άλλες διαταραχές που σχετίζονται με την τεχνολογία, όπως η «nomophobia», δηλαδή η φοβία το να μην έχεις το κινητό τηλέφωνο στο χέρι.
Ο Δρ Mark Griffiths, από το τμήμα ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Trent του Νότινγκχαμ, δήλωσε: «Πριν από μερικά χρόνια εμφανίστηκαν στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ιστορίες ισχυριζόμενες ότι η διαταραχή selfitis θα χαρακτηριστεί ως ψυχική διαταραχή. Ενώ η ιστορία αποκαλύφθηκε ότι ήταν φάρσα, αυτό δεν σήμαινε ότι η συγκεκριμένη διαταραχή δεν υπάρχει. Τώρα, φαίνεται να επιβεβαιώνουμε την ύπαρξή της και δημιουργήσαμε την πρώτη παγκόσμια κλίμακα selfitis, ώστε να αξιολογήσουμε την κατάσταση».
Μέσα από τη μελέτη, η οποία διεξήχθη με 400 συμμετέχοντες από την Ινδία, καθώς η χώρα έχει τους περισσότερους χρήστες στο Facebook, αναπτύχθηκε η Κλίμακα Συμπεριφοράς Selfitis, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να καθορίσει πόσο σοβαρά οι άνθρωποι υποφέρουν από τη διαταραχή.
Χρησιμοποιώντας μια κλίμακα από το ένα, για την κάθετη διαφωνία, έως το πέντε, για την απόλυτη συμφωνία, οι άνθρωποι μπορούν να καθορίσουν πόσο οξεία είναι η selfietis τους απαντώντας σε ερωτήσεις, όπως «το μοίρασμα των selfies μου δημιουργεί υγιή ανταγωνισμό με τους φίλους και τους συναδέλφους μου» και «αισθάνομαι πιο δημοφιλής όταν δημοσιεύω selfies μου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
Ο ερευνητής Δρ Janarthanan Balakrishnan δήλωσε: «Συνήθως, εκείνοι με τη διαταραχή πάσχουν από έλλειψη αυτοπεποίθησης και επιδιώκουν να ταιριάζουν με τους γύρω τους και μπορεί να παρουσιάζουν συμπτώματα παρόμοια με άλλες δυνητικά εθιστικές συμπεριφορές. Τώρα, που η ύπαρξη της διαταραχής φαίνεται να επιβεβαιώνεται, ελπίζουμε ότι θα διεξαχθούν περαιτέρω έρευνες για να κατανοήσουμε περισσότερα για το πώς και γιατί οι άνθρωποι αναπτύσσουν αυτήν την προβληματική συμπεριφορά και τι μπορεί να γίνει, ώστε να βοηθήσουμε τους ανθρώπους που πλήττονται περισσότερο».