Για πολλούς από εμάς, το χουζούρεμα τα Σαββατοκύριακα αποτελεί κοινή πρακτική και χαλάρωση μετά το τέλος μιας κουραστικής εβδομάδας, αλλά οι γιατροί πλέον προειδοποιούν ότι θα έπρεπε να το αποφεύγουμε.

Οι ερευνητές από το Ινστιτούτο Καρολίνσκα της Σουηδίας ισχυρίζονται ότι το να ξυπνάμε πιο αργά το Σάββατο και την Κυριακή σε σχέση με τις καθημερινές, μπερδεύει τους φυσικούς ρυθμούς του σώματός μας και μας κάνει να νιώθουμε χειρότερα και όχι πιο ξεκούραστοι.

Η ψυχολόγος και ερευνητής ύπνου Susanna Jernelov δήλωσε: «Αυτό το φαινόμενο προκαλείται εν μέρει λόγω του κιρκάδιου ρυθμού μας, έτσι όταν κοιμόμαστε περισσότερο, είναι σαν να προκαλούμε στον εαυτό μας ένα μικρό jet-lag και το jet-lag μας κάνει λιγότερο έξυπνους και ζωηρούς. Αν κοιμάστε κάπως λιγότερο καθημερινά και προσπαθείτε να καλύψετε τον χαμένο ύπνο τα Σαββατοκύριακα, χαλάτε τον κιρκάδιο ρυθμό σας. Θα πρέπει να διατηρείτε το κανονικό σας πρόγραμμα και τα Σαββατοκύριακα, αλλά κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει πραγματικά στους περισσότερους ανθρώπους».

Ο ερευνητής ύπνου Bjorn Bjorvatn από το Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν στη Νορβηγία συμφωνεί με την άποψη της Jernelov. «Θα πρέπει να σηκώνεστε από το κρεβάτι και να πηγαίνετε για ύπνο περίπου την ίδια ώρα κάθε μέρα. Μην κοιμάστε περισσότερο τα Σαββατοκύριακα και μην χουζουρεύετε. Αν σηκωθείτε το μεσημέρι το Σαββατοκύριακο, θα χρειαστεί χρόνος για να προσαρμοστείτε και πάλι στο ρυθμό σας».

Και παρά το γεγονός ότι η έναρξη του φθινοπώρου και του χειμώνα είναι οι πιο δελεαστικές περίοδοι του χρόνου για να μείνετε λίγο παραπάνω στο κρεβάτι, ο Bjorvatn είπε ότι είναι στην πραγματικότητα οι πιο σημαντικές στιγμές που θα καθορίσουν αν θα μείνετε πιστοί στην κανονική ρουτίνα του ύπνου σας.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ό έξτρα ύπνος το Σαββατοκύριακο έχει δεχθεί κριτική από τον ιατρικό κόσμο. Πέρυσι, μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Journal of Clinical Endocrinology and Metabolism συνέδεσε την πρακτική με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη και καρδιακής νόσου.

Η έρευνα διαπίστωσε επίσης σύνδεση μεταξύ των αλλαγών στις συνήθειες ύπνου και αλλαγών στα αποτελέσματα εξετάσεων αίματος, με τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων να αυξάνονται και τα επίπεδο της «καλής» χοληστερόλης να μειώνονται.

Εκείνοι που αλλάζουν το πρόγραμμα του ύπνου τους ήταν επίσης πιθανότερο να αυξήσουν το σωματικό τους βάρος κατά τη διάρκεια της μελέτης.