Οι άνδρες ενδέχεται να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας, καρδιακής προσβολή ή θρόμβων από ό,τι οι γυναίκες, τουλάχιστον εν μέρει επειδή έχουν υψηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης, λένε οι επιστήμονες.
Η καθηγήτρια Mary Schooling, συν-συγγραφέας της μελέτης από το Πανεπιστήμιο City της Νέας Υόρκης, δήλωσε: «Πρέπει να σκεφτούμε νέες κατευθύνσεις για τη μείωση των καρδιακών παθήσεων και αυτός είναι ένας τρόπος να το κάνουμε», επισημαίνοντας ότι οι στατίνες, οι οποίες που χρησιμοποιούνται για τη μείωση του κινδύνου καρδιακής προσβολής και εγκεφαλικού επεισοδίου, έχει βρεθεί ότι μειώνει τα επίπεδα τεστοστερόνης. «Για να προστατέψουμε τους άνδρες, πρέπει να εξετάζουμε τις θεραπείες και τον τρόπο ζωής που εστιάζουν στη διατήρησης της τεστοστερόνης σε χαμηλότερα παρά υψηλότερα επίπεδα», ανέφερε.
Αν και η πρόσφατη μελέτη δεν είναι η πρώτη που υποδηλώνει τη σχέση μεταξύ καρδιαγγειακών προβλημάτων και υψηλότερων επιπέδων τεστοστερόνης, η ομάδα είπε ότι ήταν σημαντική επειδή βασίστηκε στη γενετική προδιάθεση για υψηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης.
Η έρευνα προσθέτει επίσης βαρύτητα στην άποψη ότι τα άτομα που λαμβάνουν συμπληρώματα τεστοστερόνης ενδέχεται να βρεθούν σε μεγαλύτερο κίνδυνο: η αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) έχει ήδη προειδοποιήσει για τη σχέση μεταξύ τεστοστερόνης και καρδιαγγειακού κινδύνου, προτείνοντας να χορηγούνται συμπληρώματά της μόνο σε άτομα με χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης που προκαλούνται από ιατρικό πρόβλημα.
Γράφοντας στο BMJ, οι ερευνητές από το Ηνωμένο Βασίλειο, τις Η.Π.Α. και την Κίνα ανέφεραν πώς χρησιμοποίησαν γενετικά δεδομένα από τη βρετανική BioBank για να διερευνήσουν εάν υπήρχε μια σχέση μεταξύ των επιπέδων τεστοστερόνης και της πιθανότητας να υποστεί κάποιος καρδιακές παθήσεις.
Η ομάδα εξέτασε τα δεδομένα που συλλέχθηκαν μεταξύ 2006 και 2010 από περίπου 400.000 άνδρες και γυναίκες ηλικίας 40-69 ετών, εστιάζοντας σε δύο περιοχές του γονιδιώματος που συνδέονται με την παραγωγή τεστοστερόνης. Στη συνέχεια, προέβλεπαν τα επίπεδα τεστοστερόνης των ατόμων από το συνδυασμό γενετικών μεταλλάξεων που είχαν και εξέταζαν αν οι συμμετέχοντες ανέπτυσσαν καρδιακές παθήσεις, μέχρι τον Απρίλιο του 2018.
Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν ότι, ενώ μία από τις δύο περιοχές του γονιδιώματος έδειξε μικρή σχέση με οποιοδήποτε από τα καρδιακά προβλήματα που εξετάστηκαν, η άλλη φάνηκε να έχει άμεση σχέση – αν και μόνο στους άνδρες: Θρόμβοι και καρδιακή ανεπάρκεια βρέθηκαν να είναι πιο συνηθισμένα προβλήματα, όσο υψηλότερη ήταν η τεστοστερόνη. Η ομάδα δεν βρήκε καμία σύνδεση με τις καρδιακές προσβολές, αλλά δήλωσε ότι θα μπορούσε να οφείλεται στο γεγονός ότι οι συμμετέχοντες ήταν γενικά υγιείς από την αρχή και ότι υπήρχαν λίγα καρδιακά επεισόδια για μελέτη.