Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας για το νέο κορωνοϊό καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας, μίλησε για ακόμη μία φορά για τα διαφορετικά εμβόλια που δοκιμάζονται για την αντιμετώπιση του ιού και την εξέλιξη των δοκιμών τους:
«Με τα τελευταία δεδομένα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, υπάρχουν τουλάχιστον 8 διαφορετικά εμβόλια, με διαφορετικές τεχνολογίες, που δοκιμάζονται αυτή τη στιγμή σε 10 κλινικές δομικές σε ανθρώπους, δύο εκ των οποίων είναι σε φάση 2, που σημαίνει πως θα συμμετέχει μεγαλύτερος αριθμός υγιών εθελοντών. Άλλα 110 προγράμματα ανάπτυξης εμβολίων είναι στο προκλινικό επίπεδο έρευνας.
Εχθές ανακοινώθηκαν θετικά αποτελέσματα από ένα από τα νέα δοκιμαζόμενα πειραματικά εμβόλια, το οποίο έδειξε θετικά πρόληψη της νόσου σε μελέτη με πειραματόζωα, ενώ σε μικρή πρώιμη μελέτη υγιών εθελοντών ηλικίας 18-55 ετών, έδειξε την ανάπτυξη εξουδετερωτικών αντισωμάτων, σε επίπεδα παρόμοια με τα επίπεδα αντισωμάτων ασθενών που ανέρρωσαν από τη λοίμωξη με το νέο κορονοϊό.
Η μελέτη διεξήχθη από το Εθνικό Ίδρυμα Υγείας των ΗΠΑ. Στους συμμετέχοντες χορηγήθηκαν διαφορετικές δόσεις του εμβολίου, οι οποίες έδειξαν δοσο-εξαρτώμενη απάντηση σχετικά με τα αντισώματα. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως στην υψηλότερη δόση, ήταν υψηλότερο και το επίπεδο αντισωμάτων του οργανισμού.
Οι ερευνητές διαλέγουν πάντα τη χαμηλότερη δόση του εμβολίου που προκαλεί την καλύτερη ανάπτυξη αντισωμάτων χωρίς παρενέργειες, κάτι που γίνεται πάντα με τα εμβόλια.
Το συγκεκριμένο εμβόλιο βασίζεται σε μία νέα τεχνολογία όπου μόρια Messenger RNA κατευθύνουν τα κύτταρα του οργανισμού στην παραγωγή αντισωμάτων. Αυτή τη στιγμή, το εμβόλιο εξετάζεται για άτομα ηλικίας 55-70 και 71 και άνω, ενώ το εμβόλιο χορηγείται σε δύο δόσεις με διαφορά τεσσάρων εβδομάδων.
Μεγαλύτερες μελέτες θα ξεκινήσουν μέσα στον Ιούλιο με 600 άτομα. Εάν πάνε καλά αυτές οι μελέτες, μπορεί να υπάρχει ένα εμβόλιο στο τέλος αυτού του έτους ή τις αρχές του επόμενου. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή, οι προσπάθειες για παραγωγή εμβολίου να μην γίνονται βιαστικά, να προχωρούν με τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια και δεδομένη, βέβαια, την προστασία των ανθρώπων και τελικά, την εθελοντική τους συμμετοχή».