Οι επιστήμονες δοκιμάζουν ένα τεστ αίματος που μπορεί να προβλέψει εάν μια έγκυος θα γεννήσει πρόωρα.
Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα, που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Science, δείχνουν ότι είναι ακριβές σε ποσοστό έως και 80% σε γυναικών υψηλού κινδύνου για πρόωρο τοκετό. Η επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ στις Η.Π.Α., υποστηρίζει ότι το τεστ είναι εξίσου ακριβές με το υπερηχογράφημα στην πρόβλεψη της ημερομηνίας του τοκετού, ωστόσο, απαιτείται ακόμη πολύ δουλειά, ώστε να μπορέσει να χρησιμοποιηθεί κλινικά.
Κάθε χρόνο 15 εκατομμύρια μωρά γεννιούνται πρόωρα (πριν από τις 37 εβδομάδες κύησης) σε όλο τον κόσμο. Η πρόωρη γέννηση συνδέεται με ένα εκατομμύριο θανάτους ετησίως και είναι η κύρια αιτία θανάτου σε παιδιά ηλικίας κάτω των πέντε ετών.
Το νέο τεστ μετρά τη δραστηριότητα του γενετικού υλικού RNA που προέρχεται από το έμβρυο, τον πλακούντα και τη μητέρα και το οποίο καταλήγει στην κυκλοφορία του αίματος.
Οι ερευνητές ξεκίνησαν λαμβάνοντας δείγματα αίματος από εγκύους κάθε εβδομάδα, για να δουν πώς άλλαζαν τα επίπεδα διαφορετικών RNA κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την πρόβλεψη της ηλικίας κύησης και μιας πρόωρης γέννησης.
Η εξέταση αίματος ήταν ακριβής στο 45% των περιπτώσεων στην πρόβλεψη της ηλικίας κύησης σε δοκιμές που περιελάμβαναν 38 γυναίκες – το υπερηχογράφημα ήταν ακριβές στο 48% των περιπτώσεων. Το τεστ χρησιμοποιήθηκε επίσης για να προβλεφθεί ο πρόωρος τοκετός μέχρι δύο μήνες νωρίτερα: Χρησιμοποιήθηκε σε δύο χωριστές ομάδες γυναικών – στη μία ήταν ακριβές έξι φορές στις οκτώ, στην άλλη τέσσερις φορές στις πέντε.
Η Mira Moufarrej, μία από τους ερευνητές, δήλωσε: «Είμαι πραγματικά ενθουσιασμένη για τις δυνατότητες του τεστ. Αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το αίμα μιας μητέρας για να κάνουμε την υγειονομική περίθαλψη πιο εύκολη και οικονομικά προσιτή σε ανθρώπους που δεν έχουν πρόσβαση σε υπερήχους, ελπίζουμε ότι αυτό θα σημαίνει υγιέστερα μωρά και πιο υγιείς εγκυμοσύνες».
Ωστόσο, υπογράμμισε ότι ήταν μόνο μια πιλοτική μελέτη προς το παρόν και ότι τα αποτελέσματα θα έπρεπε να επιβεβαιωθούν σε πολύ μεγαλύτερες δοκιμές.