Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι πληθυσμοί που ακολουθούν χορτοφαγικές δίαιτες αποκτούν ένα γονίδιο το οποίο μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακών παθήσεων και καρκίνου.
Αμερικανοί ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι που ακολουθούν χορτοφαγική διατροφή για αρκετές γενιές σε περιοχές της Ινδίας, της Αφρικής και της Ανατολικής Ασίας έχουν αναπτύξει μια παραλλαγή ενός «χορτοφαγικού γονίδιου».
Το γονίδιο που εντοπίστηκε από επιστήμονες στο πανεπιστήμιο του Cornell βοηθά όσους ακολουθούν διατροφή βασισμένη σε φυτικά προϊόντα στην επεξεργασία των ωμέγα-3 και ωμέγα-6 λιπαρών οξέων σε ενώσεις που υποστηρίζουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου.
Οι επιστήμονες βρήκαν μια παρόμοια παραλλαγή του γονιδίου για τα ψάρια σε πληθυσμούς της Γροιλανδίας, όπου τα θαλασσινά είναι βασικό στοιχείο της διατροφής.
Ωστόσο, η χορτοφαγική παραλλαγή του γονίδιο θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει αύξηση στην παραγωγή αραχιδονικού οξέος, το οποίο κάνει το σώμα επιρρεπές σε φλεγμονές και έχει συνδεθεί με καρδιακές παθήσεις και καρκίνο.
Αυτό μπορεί να αποδειχθεί επιβλαβές αν ένα άτομο με το γονίδιο καταναλώνει ορισμένα φυτικά έλαια, όπως το ηλιέλαιο, σε μεγάλη ποσότητα, καθώς το σώμα μεταβολίζει τα λιπαρά οξέα σε αραχιδονικό οξύ πολύ πιο γρήγορα.
Ο Tom Brenna, καθηγητής Ανθρώπινης Διατροφής το Cornell, δήλωσε: «Σε αυτά τα άτομα, τα φυτικά έλαια θα μετατραπούν σε αραχιδονικό οξύ, αυξάνοντας τον κίνδυνο για χρόνιες φλεγμονές που συνδέονται με την ανάπτυξη καρδιακών παθήσεων και καρκίνου».
Ο Δρ Brenna είπε ότι αυτός μπορεί να είναι ένας παράγοντας που ο πληθυσμός στις αναπτυσσόμενες χώρες που ακολουθεί διατροφή με πολλά φυτικής προέλευσης τρόφιμα εμφανίζει χρόνιες παθήσεις.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι οι χορτοφάγοι που ανησυχούν για το θέμα, θα πρέπει να χρησιμοποιούν φυτικά έλαια χαμηλής περιεκτικότητας σε ωμέγα-6 λινελαϊκό οξύ, όπως το ελαιόλαδο.
Οι ερευνητές έφτασαν στα συμπεράσματά τους, που δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση Molecular Biology and Evolution, αναζητώντας το χορτοφαγικό γονίδιο σε 234 κυρίως χορτοφάγους Ινδούς και 311 Αμερικανούς που ακολουθούσαν την τυπική δίαιτα της χώρας τους: ανακάλυψαν το εν λόγο γονίδιο στο 68% των Ινδών και στο 18% των Αμερικανών.
Τα στοιχεία αυτά αξιολογήθηκαν μαζί με στοιχεία από το ερευνητικό «Πρόγραμμα των 1.000 γονιδιωμάτων», για να διαπιστωθεί τελικά ότι το γονίδιο βρίσκεται σε 70% των κατοίκων της Νότιας Ασίας και στο 53% των Αφρικανών, σε αντίθεση με το 17% των Ευρωπαίων, των οποίων η διατροφή βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο κρέας και το άμυλο.