Μια νέα προσέγγιση για την πρόληψη των ημικρανιών μπορεί να μειώσει τον αριθμό και τη σοβαρότητά τους, όπως δείχνουν δύο κλινικές δοκιμές.
Περίπου το 50% των ατόμων που συμμετείχαν μείωσε κατά το ήμισυ τον αριθμό των ημικρανιών που είχαν κάθε μήνα, κάτι που οι ερευνητές στο νοσοκομείο του King’s College όπου έγιναν οι δοκιμές, χαρακτηρίζουν τεράστια επιτυχία.
Η θεραπεία είναι η πρώτη ειδικά σχεδιασμένη για την πρόληψη της ημικρανίας και χρησιμοποιεί αντισώματα για τη μεταβολή της δραστηριότητας των χημικών ουσιών στον εγκέφαλο. Περαιτέρω δοκιμές θα πρέπει γίνουν, ωστόσο, ώστε να αξιολογηθούν οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της.
Ένας στους επτά ανθρώπους σε όλο τον κόσμο ζει με την αγωνία της τακτικής ημικρανίας, ενώ είναι μέχρι τρεις φορές πιο συχνή στις γυναίκες από τους άνδρες. Η έρευνα έχει δείξει ότι μια χημική ουσία στον εγκέφαλο – ένα πεπτίδιο που σχετίζεται με το γονίδιο της καλσιτονίνης ή CGRP- εμπλέκεται τόσο με τον πόνο, όσο και στην ευαισθησία στον ήχο και το φως κατά την ημικρανία.
Τέσσερις φαρμακοβιομηχανίες προσπαθούν να αναπτύξουν αντισώματα που εξουδετερώνουν το CGRP. Κάποια στοχεύουν στον να «κολλήσουν» στο CGRP, ενώ άλλα μπλοκάρουν το τμήμα ενός είδους εγκεφαλικών κυττάρων με το οποίο αλληλεπιδρά.
Ένα αντίσωμα, το erenumab που παρασκευάστηκε από την Novartis, δοκιμάστηκε σε 955 ασθενείς με επεισοδιακή ημικρανία. Στην αρχή της δοκιμής, οι ασθενείς είχαν ημικρανίες κατά μέσο όρο οκτώ φορές τον μήνα. Η μελέτη διαπίστωσε ότι στο 50% αυτών που έλαβαν τις ενέσεις αντισωμάτων μειώθηκε κατά το ήμισυ ο αριθμός των ημερών ανά μήνα που είχαν ημικρανία.
Ένα άλλο αντίσωμα, το fremanezumab που παρασκευάζεται από την Teva, δοκιμάστηκε σε 1.130 ασθενείς με χρόνια ημικρανία. Περίπου στο 41% των ασθενών μειώθηκε κατά το ήμισυ ο αριθμός των ημικρανιών τους.
Ο καθηγητής Peter Goadsby, επικεφαλής των δοκιμών του erenumab, δήλωσε: «Είναι μια τεράστια επιτυχία, επειδή προσφέρει μια πρόοδο στην κατανόηση της ημικρανίας και στη σχεδίασης της θεραπείας της. Το αντίσωμα μειώνει τη συχνότητα και τη σοβαρότητα των πονοκεφάλων. Αυτοί οι ασθενείς θα κερδίζουν και πάλι τη ζωή τους και η κοινωνία τους έχει και πάλι στη διάθεσή της».
Είπε επίσης ότι άλλα δεδομένα, που δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί, υποδεικνύουν ότι το ένα πέμπτο των ασθενών δεν είχε καθόλου ημικρανίες μετά τη θεραπεία.