Η ανεπάρκεια της μιτροειδούς βαλβίδας αποτελεί μία από τις συχνότερες καρδιακές παθήσεις που θα οδηγήσουν έναν ασθενή στον καρδιολόγο. Όταν η ανεπάρκεια γίνει σοβαρού βαθμού τότε η θεραπεία εκλογής είναι η επιδιόρθωση της βαλβίδας. Για δεκαετίες όλες οι επεμβάσεις στην μιτροειδή βαλβίδα γινόταν με ανοικτό χειρουργείο – δια μέσου μέσης στερνοτομής, δηλαδή μιας εκτεταμένης τομής στο δέρμα μήκους 25 έως 30 εκατοστών και τομής στη μεσότητα του στέρνου. Η διαδικασία της ανάρρωσης στην περίπτωση αυτή είναι μακρόχρονη και επίπονη. Επίσης οι επιπλοκές όπως αναπνευστική δυσχέρεια και λοιμώξεις είναι συχνές, ειδικά σε ασθενείς επιβαρυμένους με διαφόρους παράγοντες κινδύνου (όπως π.χ. ηλικία, κάπνισμα, σακχαρώδης διαβήτης).
Η πολυπλοκότητα των καρδιοχειρουργικών επεμβάσεων καθώς και η δυσκολία εκμάθησης των ενδοσκοπικών τεχνικών αποτέλεσε την αιτία για την οποία η καρδιοχειρουργική δεν ακολούθησε την έκρηξη της ελάχιστα επεμβατικής χειρουργικής. Πρόσφατα με την ραγδαία εξέλιξη της ιατρικής τεχνολογίας κατέστη εφικτή η τέλεση των καρδιοχειρουργικών επεμβάσεων ενδοσκοπικά με την προϋπόθεση βέβαια ότι απαιτεί μακρά εκπαίδευση και τις ανάλογες δεξιότητες. Πράγματι η πρόοδος σε πολλαπλούς τομείς της ιατρικής όπως η διεγχειρητική απεικόνιση (3D υπερηχοκαρδιογραφία), μοντέρνες τεχνικές εξωσωματικής κυκλοφορίας, 3D ενδοσκόπια, μοντέρνα χειρουργικά εργαλεία και υλικά (όπως π.χ. αυτόματα συρραπτικά, νέες πηγές ενέργειας) έφερε επανάσταση στην καρδιοχειρουργική.
Σήμερα η ελάχιστα επεμβατική χειρουργική της μιτροειδούς – minimally invasive mitral surgery (MIMS) διενεργείται δια μέσου μίας μικρής δεξιάς υπομαστικής τομής τεσσάρων εκατοστών.
Το σύνολο της επέμβασης πραγματοποιείται βλέποντας την τρισδιάστατη πολλαπλά μεγεθυμένη και επεξεργασμένη με ειδικό λογισμικό εικόνα των καρδιακών δομών σε οθόνη υψηλής ανάλυσης. Με αυτό τον τρόπο ενισχύεται η αντιληπτική ικανότητα του χειρουργού. Τα αποτελέσματα της επέμβασης μπορούν να χωριστούν στα πρωτεύοντα καταληκτικά σημεία, όπως είναι η επιβίωση και η αποφυγή υποτροπής της νόσου στη διάρκεια της μακροχρόνιας (πενταετούς και δεκαετούς) παρακολούθησης που δεν διαφέρουν από τα ήδη εξαιρετικά αποτελέσματα της κλασικής ανοιχτής επέμβασης, και τα δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία όπως ο μετεγχειρητικός πόνος, ποσοστά κολπικής μαρμαρυγής, μεταγγίσεις, παραμονή σε εντατική και νοσοκομείο, ικανοποίηση του ασθενούς για την τομή (το αισθητικό αποτέλεσμα είναι εξαιρετικό) και χρόνος για την επιστροφή στην εργασία, όπου η ενδοσκοπική τεχνική υπερτερεί.
Αντενδείξεις για την ενδοσκοπική επέμβαση αποτελούν οι συμφύσεις λόγω προηγηθέντων επεμβάσεων στο δεξιό θώρακα, βαριά περιφερική αγγειοπάθεια στις λαγόνιες αρτηρίες (μη επιτρέπουσα την είσοδο στην εξωσωματική κυκλοφορία) όπως επίσης και συγγενείς διαμαρτίες του θωρακικού τοιχώματος όπως ο σκαφοειδής θώρακας.
Η ομάδα μας υπήρξε πρωτοπόρος καθιερώνοντας την ενδοσκοπική καρδιοχειρουργική σαν την καθημερινή χειρουργική ρουτίνας για το σύνολο των επεμβάσεων στη μιτροειδή και τριγλώχινα βαλβίδα. Η ενδοσκοπική επιδιόρθωση της μιτροειδούς αποτελεί την πλέον συχνή επέμβαση που πραγματοποιούμε, με περισσότερες των 100 επεμβάσεων ετησίως. Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζουμε και σπανιότερες παθήσεις όπως μεσοκολπικές επικοινωνίες, καλοήθεις όγκους καρδιάς και παθήσεις του περικαρδίου.
Μελλοντικά πιστεύουμε ότι οι ενδοσκοπικές τεχνικές θα συνεχίζουν να βελτιώνονται ραγδαία με τη βοήθεια της τεχνολογίας. Τα αποτελέσματα της ενδοσκοπικής χειρουργικής είναι (και θα παραμείνουν) καλύτερα από οποιαδήποτε ενδοαγγειακή τεχνική, αφενός λόγω της εξαιρετικής απεικόνισης όλων των στοιχείων του βαλβιδικού μηχανισμού και αφετέρου λόγω του πλήθους των τεχνικών επιδιόρθωσης που εμπεριέχει η εργαλειοθήκη του καρδιοχειρουργού και που χρησιμοποιούνται ανάλογα με την περίπτωση.
Δρ. Αντώνιος Πίτσης, PhD, FETCS, FESC
Διευθυντής Καρδιοχειρουργικής στο Καρδιοχειρουργικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης,
Κλινική «Αγιος Λουκάς», Πανόραμα Θεσσαλονίκης
www.apitsis.gr