Η απόφαση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας να χαρακτηριστεί ο εθισμός στα video games ως διαταραχή ψυχικής υγείας ήταν «πρόωρη» και βασίστηκε σε «ηθικό πανικό», υποστηρίζουν ειδικοί.

Ο ΠΟΥ περιέλαβε τη «διαταραχή video games» στην τελευταία έκδοση του εγχειριδίου του για την ταξινόμηση ασθενειών. Ωστόσο, ο καθηγητής ψυχολογίας, Δρ Peter Etchells, δήλωσε ότι η κίνηση αυτή υπάρχει κίνδυνος να χαρακτηρίσει παθολογική μια συμπεριφορά που είναι αβλαβής για τη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων.

Ο ΠΟΥ δήλωσε ότι είχε αναθεωρήσει τα διαθέσιμα στοιχεία προτού την συμπεριλάβει. Πρόσθεσε ότι οι απόψεις αντικατόπτριζαν μια «συναίνεση εμπειρογνωμόνων από διαφορετικούς κλάδους και γεωγραφικές περιοχές» και ορίζει τον εθισμό ως ένα μοτίβο επίμονης συμπεριφοράς gaming, τόσο έντονης, που «υπερισχύει άλλων ενδιαφερόντων στη ζωή».

Μιλώντας στο Science Media Center του Λονδίνου, οι ειδικοί είπαν ότι ενώ η απόφαση είχε καλή πρόθεση, υπήρξε έλλειψη καλής ποιότητας επιστημονικών στοιχείων σχετικά με τον τρόπο σωστής διάγνωσης του εθισμού στα video games.

Ο Δρ. Etchells δήλωσε: «Μας βάζει σε έναν ολισθηρό δρόμο. Χαρακτηρίζουμε ως παθολογικό ένα χόμπι, οπότε ποιο θα είναι το επόμενο; Υπάρχουν μελέτες για τον εθισμό στο μαύρισμα, τον εθισμό στον χορό, τον εθισμό στην άσκηση, αλλά κανείς δεν έχει συζητάει να ενταχθούν στο εγχειρίδιο του ΠΟΥ για την ταξινόμηση ασθενειών. Δεν νομίζω ότι οι πολιτικές θα πρέπει να επηρεάζονται από ηθικό πανικό, κάτι που αισθάνομαι ότι συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Αυτό που κάνουμε είναι χαρακτηρίζουμε παθολογική μια συμπεριφορά που για πολλούς δεν είναι επιβλαβής με κανέναν τρόπο».

Οι εμπειρογνώμονες ήταν επίσης σκεπτικοί για το ότι ο συνολικός χρόνος που ξοδεύεται μπροστά σε οθόνες –δηλαδή η χρήση smartphones και tablet- ήταν επιβλαβής για τα παιδιά και τους εφήβους, όπως πρότειναν μερικές μελέτες.

Αυτές οι ανησυχίες ώθησαν την Επιτροπή Επιστήμης και Τεχνολογίας των Κοινοτήτων να διεξαγάγει έρευνα για το θέμα. Ο Δρ Etchells και ο καθηγητής Andy Przybylski, αναπληρωτής καθηγητής και διευθυντής έρευνας στο Ινστιτούτο για το Ίντερνετ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, δήλωσαν ότι τέτοιες μελέτες συνήθως έδειχναν μόνο αδύναμες συσχετίσεις μεταξύ της χρήσης τέτοιων συσκευών και της υγείας.