Η κλασική ανοιχτή επέμβαση καρδιάς με την χαρακτηριστική μεγάλη τομή κατά μήκους του στέρνου γίνεται σταδιακά μια εικόνα του παρελθόντος, καθώς με τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας αναπτύσσονται νέες τεχνικές προσπέλασης στην καρδιά.
“Αν μπορούμε να πετύχουμε συγκρίσιμα αποτελέσματα στη θεραπεία της υποκείμενης νόσου με ελάχιστα επεμβατικό χειρουργείο τότε είναι προφανές ότι πρέπει να το προτιμήσουμε καθώς τα πλεονεκτήματα είναι πολλά“, υποστηρίζει ο γνωστός για τις πρωτοποριακές τεχνικές του, καρδιοχειρουργός κ. Αντώνιος Πίτσης. Η ελάχιστα επεμβατική χειρουργική, η ρομποτική, οι διαδερμικές τεχνικές και οι ενδοσκοπικές επεμβάσεις για την θεραπεία των καρδιακών παθήσεων κατακτούν και μεταμορφώνουν την κλασσική καρδιοχειρουργική.
Τι είναι η ενδοσκοπική καρδιοχειρουργική και που εφαρμόζεται
Οι ενδοσκοπικές καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις γίνονται με τη χρήση ενός ενδοσκοπίου το οποίο εισέρχεται στο σώμα του ασθενούς μέσω μιας τομής 4 χιλιοστών από την μασχαλιαία χώρα του ασθενούς. Τα ειδικά ενδοσκοπικά εργαλεία εισάγονται από μία ξεχωριστή τομή 2-3 εκατοστών περιμετρικά της θηλής του μαστού χωρίς να χρειαστεί να κόψουμε το στέρνο ή να απεξαρθρώσουμε ή να πιέσουμε πλευρές.
Η εικόνα που καταγράφει το ενδοσκόπιο εμφανίζεται τρισδιάστατη σε οθόνη, μεγεθυμένη δέκα φορές περίπου, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στον χειρουργό να επιτελεί χειρισμούς μεγαλύτερης ακρίβειας και επομένως και αποτελεσματικότητας.
Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται στην επιδιόρθωση αλλά και αντικατάσταση των βαλβίδων της καρδιάς, μιτροειδή, αορτική και τριγλώχινα, θεραπεύοντας δυσλειτουργίες που μπορεί να οδηγήσουν σε καρδιακή ανεπάρκεια, ακόμα και ανακοπή. Εκτός όμως από τις βαλβιδοπάθειες οι πλήρως ενδοσκοπικές επεμβάσεις εφαρμόζονται σε πλήθος άλλων δομικών παθήσεων της καρδιάς όπως είναι η σύγκλειση μεσοκολπικών και μεσοκοιλιακών επικοινωνιών, αφαίρεση όγκων καρδιάς (μυξώμαματα, ινοελαστώματα κλπ.), θεραπεία αρρυθμιών και θεραπεία υπερτροφικής αποφρακτικής μυοκαρδιοπάθειας. Επίσης οι ενδοσκοπικές επεμβάσεις έχουν εφαρμογή και σε ορισμένες περιπτώσεις στεφανιαίας νόσου.
Αντένδειξη αποτελούν οι συμφύσεις λόγω προηγούμενων επεμβάσεων στο δεξιό θώρακα, ή καρδιοχειρουργικών επεμβάσεων, βαριά περιφερική αγγειοπάθεια στις λαγόνιες αρτηρίες μη επιτρέπουσα την είσοδο στην εξωσωματική κυκλοφορία όπως επίσης και συγγενείς διαμαρτίες του θωρακικού τοιχώματος όπως το pectus excavatum.
Τα πλεονεκτήματα της ενδοσκοπικής καρδιοχειρουργικής
Τα αποτελέσματα της ενδοσκοπικής καρδιοχειρουργικής μπορούν να χωριστούν στα πρωτεύοντα καταληκτικά σημεία, όπως είναι:
- η επιβίωση και η αποφυγή υποτροπής της νόσου στη διάρκεια της μακροχρόνιας (πενταετούς και δεκαετούς) παρακολούθησης τα οποία δεν διαφέρουν από τα εξαιρετικά αποτελέσματα της κλασικής ανοιχτής επέμβασης
και τα δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία στα οποία υπερτερεί έναντι της κλασικής καρδιοχειρουργικής, όπως:
- Ελάχιστη τομή, 2-3 εκ. η οποία επουλώνεται πλήρως χωρίς να αφήνει σημάδι
- Μικρότερα ποσοστά κολπικής μαρμαρυγής
- Μικρότερη απώλεια αίματος και συνεπώς λιγότερες μεταγγίσεις
- Μικρότερος τραυματισμός των ιστών
- Σημαντικά μικρότερος μετεγχειρητικός πόνος
- Ταχύτερη κινητοποίηση του ασθενή
- Μηδαμινά ποσοστά μολύνσεων
- Συντομότερος χρόνος παραμονής στην εντατική και στο νοσοκομείο
- Γρήγορη αποθεραπεία και επιστροφή στην εργασία (2-3 εβδομάδες αντί για 2-3 μήνες)
Η καρδιοχειρουργική ομάδα του κ. Α. Πίτση διενήργησε την πρώτη ενδοσκοπική επέμβαση στην κλινική ” Άγιος Λουκάς” στην Θεσσαλονίκη πριν από πέντε χρόνια. Σήμερα όλες οι βαλβιδοπλαστικές και αντικαταστάσεις των βαλβίδων στο εν λόγω κέντρο γίνονται ενδοσκοπικά. “Πιστεύω στη δυναμική των ενδοσκοπικών επεμβάσεων. Είναι η φυσική εξέλιξη της καρδιοχειρουργικής” λέει ο ίδιος. “Οι ασθενείς μας είναι εξαιρετικά εντυπωσιασμένοι από το αποτέλεσμα της επέμβασης τόσο αισθητικά όσο και λειτουργικά αφού η ανάρρωση είναι σύντομη και πλήρης” .
Το αισθητικό αποτέλεσμα της ενδοσκοπικής επέμβασης είναι εκπληκτικό καθώς το δέρμα της θηλής έχει την ικανότητα να επουλώνεται σύντομα και ολοκληρωτικά χωρίς ίχνος ουλής εν αντιθέσει με την στερνοτομή η οποία απαιτεί μεγάλο χρόνο επούλωσης, ο ασθενής πρέπει να φορά ζώνη τουλάχιστον για ένα μήνα μετά το χειρουργείο, εγκυμονεί κινδύνους μόλυνσης και παραμένει εμφανής ως ουλή για πάντα.
Αντώνιος Πίτσης, MD, FETCS, FESC
Διευθυντής καρδιοχειρουργικής στο νοσοκομείο “Άγιος Λουκάς” στη Θεσσαλονίκη.
https://www.apitsis.gr/