Μέχρι τώρα υπήρχε η εντύπωση ότι οι επιθανάτιες εμπειρίες (near-death experience) είναι σχετικά σπάνιες. Όμως μια νέα μελέτη Δανών και Νορβηγών ερευνητών, με επικεφαλής τον νευρολόγο δρα Ντάνιελ Κοντζίλα του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, που παρουσιάσθηκε στο πέμπτο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Νευρολογίας στο Όσλο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τελικά πρόκειται για κάτι πολύ πιο κοινό από ό,τι νομίζαμε: περίπου το 10% των ανθρώπων στον κόσμο -ο ένας στους δέκα- έχει να αναφέρει κάποια επιθανάτια εμπειρία.

Αρκετοί άνθρωποι αναφέρουν περίεργες σωματικές και πνευματικές εμπειρίες στη διάρκεια απειλητικών για τη ζωή τους γεγονότων, όπως ένα έμφραγμα, ένα τροχαίο, μια φονική μάχη ή ένας παρ’ ολίγον πνιγμός. Ορισμένοι νιώθουν ότι πέθαναν και ξαναγύρισαν στη ζωή, έχοντας στο μεταξύ πάρει μια ιδέα του τι υπάρχει μετά το σύνορο της φυσικής ζωής.

Οι ερευνητές μελέτησαν δειγματοληπτικά 1.035 ανθρώπους σε 35 χώρες, από τους οποίους οι 289 ανέφεραν κάποια επιθανάτια εμπειρία και από αυτούς οι 106 κρίθηκε ότι όντως πληρούσαν τα κριτήρια αξιοπιστίας της εμπειρίας ως επιθανάτιας.

Το 55% συσχέτισαν την επιθανάτια εμπειρία με κάποιο απειλητικό για τη ζωή τους γεγονός, ενώ το 45% όχι. Σχεδόν εννέα στους δέκα (87%) που είχαν κάποια επιθανάτια εμπειρία, είχαν επίσης μια αφύσικη αίσθηση ροής του χρόνου, ενώ δύο στους τρεις (65%) ένιωθαν οι σκέψεις τους να κυλάνε εξαιρετικά γρήγορα. Τουλάχιστον οι μισοί (53%) ένιωσαν να αποχωρίζονται από το σώμα τους. Πολλοί ένιωθαν μια απόλυτη γαλήνη, άλλοι ένιωθαν κάποιες παρουσίες γύρω τους (αγγελικές ή δαιμονικές), ενώ ήταν παράλυτοι και ανίκανοι να κινηθούν.

Από όσους ανέφεραν κάποια επιθανάτια εμπειρία, μόνο το 27% ανέφεραν ότι αυτή ήταν ευχάριστη ενώ σχεδόν οι τρεις στους τέσσερις (το 73%) είπαν ότι αυτή ήταν δυσάρεστη. Μερικές -αλλά όχι όλες- εμπειρίες αυτού του είδους, σύμφωνα με τους ερευνητές, σχετίζονται με μια διαταραχή του ύπνου, κατά την οποία οι άνθρωποι μπορεί να νιώσουν μια πρόσκαιρη παράλυση και παράλληλα να ονειρεύονται στο ξύπνιο τους, έχοντας ζωντανές παραισθήσεις. Η διαταραχή αυτή λέγεται και «εισβολή» του ύπνου REM (ταχεία κίνηση ματιών που προδίδει ότι κάποιος ονειρεύεται), όσο ακόμη κανείς είναι ξύπνιος. «Το κεντρικό μας εύρημα», δήλωσε ο Κοντζίλα, «είναι ότι επιβεβαιώσαμε τη σχέση ανάμεσα στις επιθανάτιες εμπειρίες με τη διαταραχή του ύπνου».