Για τις γυναίκες, η διακοπή της κατανάλωσης αλκοόλ μπορεί να συνδεθεί με σημαντική βελτίωση της ψυχικής υγείας, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Canadian Medical Association Journal.

Τα ευρήματα προέρχονται από τη σύγκριση δύο ομάδων ανθρώπων, οι οποίες περιλάμβαναν συνολικά περισσότερους από 40.000 ανθρώπους. Και στις δύο, οι γυναίκες που δεν έπιναν αλκοόλ ανέφεραν τα υψηλότερα επίπεδα ψυχικής ευεξίας, αλλά οι γυναίκες που ξεκίνησαν ως μέτριοι πότες και το σταμάτησαν κατά τη διάρκεια της τετραετούς περιόδου της μελέτης είχαν τη μεγαλύτερη βελτίωση στην ψυχική υγεία, με αποτέλεσμα η ψυχική τους ευεξία να φτάνει περίπου στο ίδιο επίπεδο με εκείνες που δεν έπιναν καθόλου.

Η ψυχική υγεία βελτιώθηκε επίσης μεταξύ των ανδρών που σταμάτησαν την κατανάλωση αλκοόλ, αλλά τα αποτελέσματα δεν ήταν στατιστικά σημαντικά, σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης καθηγητές Xiaoxin I. Yao, της Σχολής Δημόσιας Υγείας και Li Ka Shing, της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ.

Τα ευρήματα προστίθενται στο αυξανόμενο σύνολο στοιχείων που υποδεικνύουν ότι η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να μην βελτιώνει την ποιότητα ζωής όσον αφορά την την υγεία, δήλωσε σε ένα δελτίο Τύπου ο δρ Michael Y. Ni, από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ: «Αντίθετα, η διακοπή της κατανάλωσης αλκοόλ μπορεί να σχετίζεται με βελτίωση στην ψυχική ευεξία».

Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από ενήλικες που συμμετείχαν στη μελέτη FAMILY Cohort, η οποία αναλύει διάφορους παράγοντες που συμβάλλουν στην ευημερία των πολιτών στο Χονγκ Κονγκ.

Για να ληφθούν υπόψη οι πολιτισμικές διαφορές, οι συγγραφείς ανέλυσαν επίσης στοιχεία από την Εθνική Επιδημιολογική Έρευνα για το Αλκοόλ και τις Σχετικές Συνθήκες, η οποία σχεδιάστηκε για να μετρά τις διαταραχές χρήσης οινοπνεύματος και τις σχετικές ασθένειες μεταξύ των ενηλίκων στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Για τη μελέτη, οι συγγραφείς χαρακτήρισαν ως «μέτριους πότες» τις γυναίκες που κατανάλωναν επτά ποτά ή λιγότερα ανά εβδομάδα. «Οι άνθρωποι που ανέφεραν βαριά κατανάλωση οινοπνεύματος εξαιρέθηκαν, επειδή τα αποδεικτικά στοιχεία για τις δυσμενείς επιπτώσεις της βαριάς κατανάλωσης αλκοόλ στην ποιότητα ζωής είναι δεδομένα», εξήγησαν οι ερευνητές.

Οι άνδρες και οι γυναίκες που δεν κατανάλωναν ποτέ αλκοόλ ανέφεραν τα υψηλότερα επίπεδα ψυχικής ευεξίας μετά την προσαρμογή τους για ένα ευρύ φάσμα μεταβλητών, συμπεριλαμβανομένων των δημογραφικών χαρακτηριστικών, του δείκτη μάζας σώματος, το αν κάπνιζαν, της κατάστασης της υγείας τους και της σωματικής τους δραστηριότητας .

Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της έρευνας, η βελτίωση της ψυχικής υγείας μεταξύ των γυναικών που σταμάτησαν την κατανάλωση αλκοόλ ήταν μεγαλύτερη από εκείνη των γυναικών που δεν έπιναν ποτέ.

Για τους ανθρώπους που σταματούν να πίνουν, τα οφέλη μπορεί να είναι σχεδόν ίδια με εκείνα που έχουν οι άνθρωποι που σταμάτησαν το κάπνισμα, οι οποίοι τελικά έχουν αποτελέσματα στην υγεία τους παρόμοια με εκείνους που δεν κάπνιζαν ποτέ, σύμφωνα με τους συντάκτες της έρευνας.