Οι γλάροι ίσως είναι πιο επικίνδυνοι για τους ανθρώπους απ’ όσο φανταζόμαστε – ειδικά στην Αυστραλία: σε όλη τη μακρινή ήπειρο τα κατά τα άλλα συμπαθέστατα ψαροπούλια φαίνεται ότι κουβαλούν υπερανθεκτικά στα αντιβιοτικά μικρόβια, σύμφωνα με όσα λένε οι επιστήμονες, τα οποία είναι πιθανόν να μεταδοθούν στον άνθρωπο και να μην μπορούν να αντιμετωπιστούν εύκολα φαρμακευτικά.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι πάνω από το 20% των γλάρων σε εθνικό επίπεδο μεταφέρουν βακτήρια όπως τα E. coli, τα οποία μπορεί να προκαλέσουν ουρολοίμωξη, λοιμώξεις του αίματος και σήψη. Η έρευνα έχει δημιουργήσει φόβους ότι τα υπερανθεκτικά στα αντιβιοτικά μικρόβια θα μπορούσαν να μολύνουν ανθρώπους και άλλα ζώα, χωρίς να είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν οι μολύνσεις με τα αντιβιοτικά που έχουμε σήμερα.

Οι επιστήμονες περιέγραψαν τα ευρήματα ως μια «κλήση για να ξυπνήσουμε». Τα πτηνά πιστεύεται ότι έχουν κολλήσει τα μικρόβια από την αναζήτηση τροφής στα σκουπίδια και τα λύματα.

Οι επιστήμονες που πραγματοποίησαν την έρευνα για λογαριασμό του Πανεπιστημίου Murdoch στο Περθ, χαρακτήρισαν τα ευρήματά τους αποκαλυπτικά. «Πιστεύω ότι είναι μια κλήση για να ξυπνήσουν όλοι οι κυβερνητικοί οργανισμοί και όσοι οργανισμοί ασχολούνται με θέματα όπως η επεξεργασία νερού και η διαχείριση αποβλήτων, ώστε να συνεργαστούν σωστά για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος», δήλωσε ο Δρ Sam Abraham, λέκτορας κτηνιατρικής και μολυσματικών ασθενειών.

Οι γλάροι φυσικά δεν επιτίθενται συχνά στους ανθρώπους, ώστε να μεταδώσουν τα μικρόβια με το τσίμπημά τους, όμως κάποιοι θα μπορούσαν να κολλήσουν τα βακτήρια εάν έρθουν σε επαφή με τις κουτσουλιές των γλάρων. Ωστόσο, ο κίνδυνος για κάτι τέτοιο θεωρείται χαμηλός, εφόσον ακολουθήσουν τους κανόνες υγιεινής και πλύνουν τα χέρια τους στη συνέχεια.

Η μελέτη έδειξε ότι ορισμένα μικρόβια που βρέθηκαν στα περιττώματα των γλάρων ήταν ανθεκτικά στα κοινά αντιβιοτικά φάρμακα όπως οι κεφαλοσπορίνες και η φθοριοκινολόνες.

Ένα δείγμα που αναλύθηκε, έδειξε μικρόβια ανθεκτικά ακόμη και στις καρβαπενέμες, οι οποίες είναι αντιβιοτικό τελευταίας λύσης, που χρησιμοποιείται για σοβαρές και υψηλού κινδύνου λοιμώξεις.