Σε μελέτες που διεξήχθησαν τα προηγούμενα έχουν βρεθεί ότι μια μετακόμιση σε άλλο σπίτι στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας σχετίζεται με χειρότερη υγεία των παιδιών. Μια νέα αμερικανική έρευνα δείχνει ότι η μετακόμιση κρύβει κινδύνους ακόμη και για ένα αγέννητο μωρό, ιδίως αν λάβει χώρα στο πρώτο τρίμηνο της κύησης, όταν οι στρεσογόνοι παράγοντες έχουν μεγαλύτερη επίπτωση στην ανάπτυξη του εμβρύου.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Τζούλια Μποντ του Τμήματος Επιδημιολογίας της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σιάτλ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό επιδημιολογίας «Journal of Epidemiology and Community Health», ανέλυσαν στοιχεία για περίπου 140.000 γυναίκες, από τις οποίες οι 28.000 είχαν μετακομίσει στο αρχικό στάδιο της εγκυμοσύνης.

Οι γυναίκες που είχαν μετακομίσει κατά τους πρώτους τρεις μήνες που ήσαν έγκυοι, ήταν πιθανότερο να είναι νεότερες, λιγότερο μορφωμένες, φτωχότερες, ανύπαντρες και καπνίστριες. Όλοι αυτοί είναι παράγοντες κινδύνου για πρόωρη γέννηση λιποβαρούς μωρού.

Διαπιστώθηκε ότι η μετακόμιση στο πρώτο τρίμηνο της κύησης σχετιζόταν κατά μέσο όρο με μια αύξηση κατά 42% της πιθανότητας για πρόωρη γέννα, κατά 37% για γέννηση μωρού χαμηλού βάρους και κατά 9% για γέννηση παιδιού με ύψος μικρότερο του αναμενομένου.

Οι ερευνητές υποθέτουν ότι η μετακόμιση έχει ως συνέπεια μια διαταραχή ή και προσωρινή διακοπή στην παροχή ιατρικής φροντίδας, ενώ στρεσάρει σωματικά και ψυχολογικά την έγκυο.

Η προωρότητα αποτελεί μια επιπλοκή της εγκυμοσύνης με πολυπαραγοντική αιτιολογία, η οποία σε μεγάλο βαθμό παραμένει στο σκοτάδι για τους ειδικούς. Μεταξύ των αιτιολογικών παραγόντων που συνδέονται με τις πρόωρες γεννήσεις περιλαμβάνονται ιατρικά προβλήματα της μητέρας ή του εμβρύου, γενετικές επιδράσεις, η έκθεση σε περιβαλλοντικούς παράγοντες, οι θεραπείες για την υπογονιμότητα, καθώς και κοινωνικοοικονομικοί, αλλά και συμπεριφορικοί παράγοντες. Ο χρόνος παραμονής του νεογνού μέσα στη μήτρα είναι πολύ σημαντικός για την επιβίωση και την καλή υγεία του μωρού.  Όσο μεγαλύτερο είναι το διάστημα αυτό, τόσο μικρότερη είναι η πιθανότητα εμφάνισης προβλημάτων στην υγεία του, ενώ ακόμη και αν εμφανιστούν είναι συνήθως λιγότερο σοβαρά και πιο εύκολα αντιμετωπίσιμα. Η πρόωρη γέννηση, ακόμη και κατά τέσσερις ως έξι εβδομάδες σε σύγκριση με το φυσιολογικό, μπορεί να έχει βαρύ κόστος για την υγεία του παιδιού – τόσο βραχυπρόθεσμο όσο και μακροπρόθεσμο.