Μια εφάπαξ δόση κεταμίνης μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους που πίνουν πολύ να μειώσουν την κατανάλωση αλκοόλ, σύμφωνα με μια πειραματική κλινική δοκιμή που πραγματοποιήθηκε από το University College του Λονδίνου.

Όταν το ηρεμιστικό χρησιμοποιήθηκε για να διαταράξει τις μνήμες των ανθρώπων για τον λόγο που ήθελαν να πιουν, έπιναν λιγότερο και η επιθυμία τους να πίνουν μειώθηκε για ένα διάστημα εννέα μηνών. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η κεταμίνη μπορεί να αποτελέσει μια χρήσιμη θεραπεία για το αλκοόλ και άλλους εθισμούς και ότι τα ευρήματα ήταν άξια περαιτέρω διερεύνησης.

Η κεταμίνη χρησιμοποιείται ευρέως ως αναισθητικό, καταπραϋντικό και παυσίπονο στην ιατρική, χρησιμοποιείται και σε ζώα. Ωστόσο, εξαιτίας των παραισθησιογόνων επιδράσεών της, είναι πιο γνωστή ως ναρκωτικό που χρησιμοποιείται (παράνομα) σε πάρτι – αυτού του είδους η χρήση μπορεί να προκαλέσει σοβαρή βλάβη στο σώμα και να οδηγήσει ακόμη και σε θάνατο.

Η κλινική δοκιμή περιελάμβανε 55 άντρες και 35 γυναίκες που κατανάλωναν περίπου 30 μεγάλα ποτήρια μπίρας την εβδομάδα -πέντε φορές περισσότερο από το συνιστώμενο όριο κατανάλωσης αλκοόλ- αλλά δεν είχαν διαγνωστεί με εθισμό.

Στην αρχή, οι ερευνητές τους παρουσίασαν εικόνες μπίρας και άλλων ποτών, τους ζήτησαν να αξιολογήσουν την επιθυμία τους να πιουν και την ευχαρίστηση που θα τους έδινε και στη συνέχεια τους έδιναν μια μπύρα.

Στη συνέχεια, χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες: η διαδικασία επαναλήφθηκε, αλλά στην πρώτη ομάδα, αντί για μπίρα, δόθηκε μια μικρή δόση κεταμίνης και στη δεύτερη ένα εικονικό φάρμακο – στην τρίτη ομάδα δόθηκε μικρή δόση κεταμίνης χωρίς να επαναληφθεί η παρουσίαση εικόνων.

Κατά τη διάρκεια των επόμενων εννέα μηνών, και οι τρεις ομάδες κατάφεραν να μειώσουν την κατανάλωση αλκοόλ, αλλά η πρώτη ομάδα είχε τη μεγαλύτερη συνολική βελτίωση: έπιναν πλέον περίπου το μισό, έπινα λιγότερες μέρες, ενώ ένιωθαν μικρότερη διάθεση να πιουν και το απολάμβαναν λιγότερο.

Ο επικεφαλής της έρευνας, Δρ Ravi Das, ψυχοφαρμακολόγος στο University College, δήλωσε: «Αυτή είναι μια πρώτη απόδειξη μιας πολύ λογικής και εύκολης προσέγγισης. Θέλουμε να δημιουργήσουμε καλύτερη θεραπεία για τα άτομα με εθισμούς, οπότε πρέπει τώρα να προχωρήσουμε σε μια κλινική δοκιμή μεγάλης κλίμακας».