Η τακτική χρήση στοματικού διαλύματος θα μπορούσε να επιδεινώσει τον κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nitric Oxide.

Οι επιστήμονες έφτασαν σε αυτό το συμπέρασμα, αναλύοντας τα δεδομένα 1.206 υπέρβαρων, ή παχύσαρκων ενηλίκων, ηλικίας 40-65 ετών. Όλοι οι συμμετέχοντες ήταν απαλλαγμένοι από διαβήτη και κύριες καρδιαγγειακές παθήσεις κατά την έναρξη της έρευνας.

Στο πλαίσιο της μελέτης, οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν πόσο συχνά χρησιμοποιούσαν στοματικά διαλύματα. Συνολικά, το 43% των ατόμων δήλωσε ότι χρησιμοποιούσε στοματικό διάλυμα τουλάχιστον μία φορά την ημέρα, ενώ το 22% δήλωσε ότι το χρησιμοποιούσε τουλάχιστον δύο φορές την ημέρα.

Στα 3 έτη που παρακολουθήθηκαν κατά μέσο όρο οι συμμετέχοντες, οι ερευνητές κατέγραψαν την εξέλιξη του προδιαβήτη και του διαβήτη. Στην τελική ανάλυση συμπεριλήφθηκαν συνολικά 945 άτομα.

Σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες που δεν χρησιμοποίησαν στοματικά διαλύματα, όσοι ανέφεραν ότι χρησιμοποιούσαν στοματικό διάλυμα τουλάχιστον δύο φορές την ημέρα είχαν 55% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διαβήτη ή προδιαβήτη σε διάστημα 3 ετών. Δεν υπήρξε συσχέτιση μεταξύ της χρήσης στοματικού διαλύματος λιγότερο από δύο φορές ημερησίως και του κινδύνου για προδιαβήτη, ή διαβήτη.

Αυτά τα ευρήματα ίσχυαν ακόμα και αφότου ελήφθησαν υπόψη άλλοι πιθανοί παράγοντες για διαβήτη, όπως η διατροφή, η στοματική υγιεινή, οι διαταραχές ύπνου, η χρήση φαρμάκων, τα επίπεδα γλυκόζης νηστείας, το εισόδημα και το μορφωτικό επίπεδο

Ο συν-συγγραφέας της μελέτης Rakesh P. Patel -από το Πανεπιστήμιο της Αλαμπάμα στο Μπέρμιγχαμ- και οι συνεργάτες του σχολιάζοντας τα ευρήματά τους, επισημαίνουν ότι πολλά στοματικά διαλύματα περιέχουν αντιβακτηριακές ενώσεις -όπως η χλωρεξιδίνη- που σκοτώνουν τα βακτηρίδια προκειμένου να βοηθήσουν στην πρόληψη της ουλίτιδας, της φθοράς των δοντιών και άλλων στοματικών προβλημάτων.

Αυτές οι ενώσεις μαζί με τα «κακά» καταστρέφουν και τα «καλά» βακτήρια στο στόμα. Αυτά είναι σημαντικά για τον σχηματισμό νιτρικού οξειδίου. Πρόκειται για μια χημική ένωση που βοηθάει στη ρύθμιση της ινσουλίνης, της ορμόνης που ελέγχει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.

Ως εκ τούτου, η καταστροφή αυτού του ευεργετικού βακτηριδίου θα μπορούσε να συμβάλλει στην ανάπτυξη του διαβήτη. Πρέπει όμως να τονιστεί  ότι αυτή η μελέτη είναι καθαρά παρατηρητική και ότι απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να καθοριστεί εάν ένα φαινομενικά αθώο προϊόν στοματικής υγιεινής είναι πραγματικά ένας παράγοντας κινδύνου για τον διαβήτη.