Η Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες (PTSD) δεν περιορίζεται στους στρατιώτες που βρέθηκαν στο πεδίο της μάχης: μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε μετά από ένα τραυματικό γεγονός – συμπεριλαμβανομένης της απώλειας μιας εγκυμοσύνης. Μετά από μια αποβολή, 1 στις 6 γυναίκες μπορεί να εμφανίσει PTSD ακόμη και σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, όπως αναφέρουν ευρωπαίοι ερευνητές.
«Η πρόωρη απώλεια μιας εγκυμοσύνης συνδέεται με ένα σημαντικό επίπεδο ψυχικής δυσφορίας και, ειδικότερα, το 20% των γυναικών που αποβάλουν θα εμφανίσει PTSD που θα επιμείνει για τουλάχιστον εννέα μήνες μετά την απώλεια – ίσως και περισσότερο», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής Δρ Tom Bourne.
Η PTSD είναι μια ψυχιατρική κατάσταση που μπορεί να αναπτυχθεί μετά από μια συγκλονιστική, τρομακτική ή επικίνδυνη εμπειρία. Σε πολλές περιπτώσεις, δεν βελτιώνετε με τη γενική συμβουλευτική και απαιτεί ειδική θεραπεία, δήλωσε ο Δρ Bourne, καθηγητής του Imperial College του Λονδίνου.
Η ομάδα του εξέτασε περισσότερες από 650 γυναίκες που απέβαλαν. Όσες υπέφεραν από PTSD συνέχισαν να ξαναζούν τα συναισθήματα που είχαν όταν έχασαν το μωρό τους. Κάποιες είχαν επίσης εφιάλτες και άλλες απέφευγαν οτιδήποτε θα τους υπενθύμίζε την απώλειά τους.
Για πολλές γυναίκες, η απώλεια της εγκυμοσύνης θα είναι το πιο τραυματικό γεγονός στη ζωή τους, είπε ο Δρ Bourne: «Πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη συνειδητοποίηση αυτού του θέματος και να παρέχεται κατάλληλη θεραπεία. Στο μέλλον, οι γυναίκες θα πρέπει να υποβάλλονται σε εξετάσεις για PTSD μετά από μια απώλεια εγκυμοσύνης, ώστε να τους προσφέρεται η κατάλληλη θεραπεία».
Σε αυτή τη μελέτη, οι συμμετέχουσες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια για τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά τους: Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τον μήνα μετά την αποβολή, το 29% πληρούσε τα κριτήρια για PTSD, το 24% είχε μέτριο έως σοβαρό άγχος και το 11% υπέφερε από μέτρια έως σοβαρή κατάθλιψη. Η κατάσταση βελτιώθηκε με την πάροδο του χρόνου, αλλά παρέμεινε προβληματική: Μετά από εννέα μήνες, το 18% υπέφερε από PTSD, το 17% είχε μέτριο έως σοβαρό άγχος και το 6% είχε μέτρια έως σοβαρή κατάθλιψη.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο American Journal of Obstetrics and Gynecology.