Το σύνδρομο burn-out είναι ένα από τα πιο συχνά φαινόμενα της σύγχρονης εποχής. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας οφείλεται σε χρόνιο στρες λόγω δουλειάς, το οποίο δεν έχουμε αντιμετωπίσει αποτελεσματικά. Τα συμπτώματα, μεταξύ άλλων, είναι: αίσθημα εξάντλησης, αρνητικά συναισθήματα για τη δουλειά που ασκούμε, μείωση παραγωγικότητας. Το σύνδρομο διαφέρει από την κατάθλιψη, η οποία χαρακτηρίζεται από κακή διάθεση, ενοχή και χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Νέα αμερικανική μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σύνδρομο burn-out ή σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης μπορεί να προκαλέσει κολπική μαρμαρυγή. Πρόκειται για την πιο κοινή μορφή καρδιακής αρρυθμίας και συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφράγματος και εγκεφαλικού. Η ύπαρξή της δηλώνει ότι ο ασθενής έχει 5 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για την εμφάνιση εγκεφαλικού επεισοδίου, 2 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα για εγκεφαλική άνοια και 3 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα για την εμφάνιση καρδιακής ανεπάρκειας. Περίπου 10 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρώπη και άνω των 35 εκατομμυρίων παγκοσμίως υποφέρουν από κολπική μαρμαρυγή, ενώ 5 εκατομμύρια νέοι ασθενείς εμφανίζονται ανά έτος.

Ο Parveen Garg από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας στο Λος Άντζελες και οι συνεργάτες του μελέτησαν στοιχεία για πάνω από 11.000 ανθρώπους σχετικά με τα πιθανά συμπτώματα συνδρόμου επαγγελματικής εξουθένωσης. Στη συνέχεια παρακολούθησαν αυτούς τους ανθρώπους για 25 χρόνια.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι με υψηλότερα επίπεδα εξουθένωσης είχαν 20% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν κολπική μαρμαρυγή κατά τη διάρκεια της περιόδου παρακολούθησης, συγκριτικά με εκείνους που ήταν λίγο ή καθόλου κουρασμένοι.

Η σωματική και ψυχική εξάντληση συνδέεται με αυξημένα  επίπεδα φλεγμονής και αύξηση της ενεργοποίησης της φυσιολογικής αντίδρασης του σώματος στο στρες, σύμφωνα με τον Parveen Garg. «Όταν αυτοί οι δύο παράγοντες ενεργοποιούνται σε χρόνια βάση, μπορεί να έχουν σοβαρές και καταστροφικές επιπτώσεις στον καρδιακό ιστό, κάτι που θα μπορούσε τελικά να οδηγήσει στην ανάπτυξη αυτής της αρρυθμίας», εξηγεί.

Η μελέτη δεν βρήκε κάποια σύνδεση ανάμεσα στην κολπική μαρμαρυγή και ψυχικούς παράγοντες, όπως ο θυμός, η χρήση αντικαταθλιπτικών ή η απουσία κοινωνικής στήριξης.