Μια μελέτη του Πανεπιστημίου του Λίβερπουλ και του Πανεπιστημίου Edith Cowan, αποκαλύπτει τον σημαντικό ρόλο των ψυχολογικών και συναισθηματικών παραγόντων στην διατροφική συμπεριφορά και τη ρύθμιση του σωματικού βάρους. Σύμφωνα με την έρευνα, όσοι έχουν χαμηλότερα εισοδήματα είναι πιο πιθανό να παρουσιάσουν παχυσαρκία λόγω της ψυχικής δυσφορίας που νιώθουν και τους στρέφει σε συναισθηματική υπερφαγία.

Οι ερευνητές εξέτασαν αν η σχέση μεταξύ του κοινωνικοοικονομικού στάτους και της παχυσαρκίας εξηγείται μέσου του μηχανισμού της συναισθηματικής υπερφαγίας ως στρατηγικής κατευνασμού της στεναχώριας που βιώνει το άτομο.

Στην έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Obesity, συμμετείχαν 150 άτομα από τη Βορειοδυτική Αγγλία προερχόμενα από μια ευρεία κλίμακα κοινωνικοοικονομικού υπόβαθρου. Οι εθελοντές συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια ώστε να αξιολογηθεί η ψυχική στεναχώρια, η συναισθηματική υπερφαγία και η ανθεκτικότητά τους. Ανέφεραν το εισόδημα και το μορφωτικό τους επίπεδο σαν ένα δείκτη του κοινωνικοοικονομικού στάτους, καθώς επίσης το ύψος και το βάρος τους για να υπολογιστεί ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ).

Η μελέτη της οποίας επικεφαλής ήταν η δρ Charlotte Hardman από το Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ βρήκε πως το χαμηλότερο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο συσχετιζόταν με υψηλότερη ψυχική δυσφορία που με τη σειρά της συνδεόταν με αυξημένη συναισθηματική υπερφαγία και αυξημένο ΔΜΣ.

«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η ψυχική δυσφορία συσχετίζεται με τις χαμηλές κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που με τη σειρά τους συνδέονται με τη συναισθηματική υπερφαγία η οποία οδηγεί σε παχυσαρκία» εξηγούν οι ερευνητές. Τονίζουν δε ότι δεν είναι η ίδια η δυσφορία αυτή που παχαίνει, αλλά ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι την αντιμετωπίζουν, δηλαδή ο στρατηγικές αντιμετώπισης που υιοθετούν.

Η μελέτη αποκάλυψε επίσης ένα απρόσμενο εύρημα. Οι άνθρωποι υψηλότερου κοινωνικοοικονομικού στάτους είχαν επίσης συσχετιστεί με συναισθηματική υπερφαγία ωστόσο, όχι εξαιτίας ψυχικής δυσφορίας. Σύμφωνα με τους ερευνητές,  παρόλο που δεν είναι σαφείς οι παράγοντες που εξηγούν τη συναισθηματική υπερφαγία σε ανθρώπους υψηλότερου κοινωνικοοικονομικού στάτους, ενδέχεται τα άτομα αυτά να τρώνε ως απόκριση σε συναισθήματα τα οποία δεν είναι άμεσα συνδεδεμένα με την στεναχώρια, για παράδειγμα, ανία.