Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι οι άνθρωποι που ακολουθούν vegan διατροφή πρέπει να σιγουρευτούν ότι λαμβάνουν αρκετή βιταμίνη B12 και ότι ο κίνδυνος ανεπάρκειάς της δεν είναι απλώς ένας μύθος.

Η vegan διατροφή είναι γενικά πλούσια σε φυτικές ίνες και φτωχή σε χοληστερόλη, αλλά για τους ανθρώπους που την ακολουθούν είναι πιο δύσκολο να λαμβάνουν ορισμένα θρεπτικά συστατικά – συμπεριλαμβανομένης της Β12.

Οι ενήλικες χρειάζονται περίπου 1,5 μικρογραμμάριo B12 την ημέρα. Η βιταμίνη βρίσκεται στο κρέας, τα ψάρια, τα αυγά και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, αλλά όχι στα φρούτα, τα λαχανικά ή τους σπόρους – γι ‘αυτό τα άτομα που ακολουθούν μια vegan διατροφή θα πρέπει να καταναλώνουν τρόφιμα που έχουν επί τούτου εμπλουτιστεί με Β12, όπως δημητριακά ή να παίρνουν συμπληρώματα διατροφής.

Η ανεπάρκεια Β12, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε βλάβη των νεύρων, συνήθως κάνει τρία ή τέσσερα χρόνια για να προκαλέσει συμπτώματα – συνήθως τσιμπήματα στα χέρια ή τα πόδια.

Ο Tim Key, καθηγητής επιδημιολογίας και αναπληρωτής διευθυντής της Μονάδας Επιδημιολογίας του Καρκίνου στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, δήλωσε: «Δεν πρόκειται να πάθετε ανεπάρκεια σε Β12 σε έναν μήνα. Όμως αν υπάρχουν άνθρωποι που γίνονται vegan χωρίς να ασχοληθούν να μάθουν τι θα πρέπει να τρώνε ως vegan, θα ανησυχούσα για τα επίπεδα Β12 του οργανισμού τους».

Οι ισχυρισμοί που κυκλοφορούν online ή σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και που υποστηρίζουν ότι οι vegan δεν χρειάζονται επιπλέον B12, δεν βασίζονται σε στοιχεία, λένε οι επιστήμονες.

Ο Tom Sanders, επίκουρος καθηγητής διατροφής και διαιτολογίας στο King’s College, δήλωσε: «Από όλα τα μικροθρεπτικά συστατικά, η βιταμίνη B12 είναι αυτό που μας ανησυχεί περισσότερο. Ανησυχώ που πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η ανεπάρκεια σε Β12 είναι μύθος. Είναι ωστόσο κάτι που μπορεί εύκολα να αποφευχθεί».

Υπάρχουν περιορισμένα δεδομένα σχετικά με τις επιπτώσεις στην υγεία μιας vegan διατροφής. Μέχρι στιγμής, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι άνθρωποι που είναι vegan είναι λιγότερο πιθανό να είναι υπέρβαροι και διατρέχουν μικρότερο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 και καρδιακών παθήσεων. Ωστόσο, φαίνεται ότι έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο κατάγματος οστών και πρόσφατη μελέτη υποδηλώνει αυξημένο κίνδυνο αιμορραγικού εγκεφαλικού επεισοδίου.