Τα άτομα με καρκίνο είναι κατά κανόνα πιο επιρρεπή σε λοιμώξεις σε σχέση με αυτούς που δεν έχουν καρκίνο και από την πρώτη στιγμή της πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης θεωρήθηκαν μία από τις πιο ευπαθείς ομάδες πληθυσμού για νόσηση από τον νέο κορωνοϊό.

Από την αρχή της πανδημίας, η American Society of Clinical Oncology (ASCO) είχε εκδώσει συμβουλές για τους ογκολογικούς ασθενείς, τόσο για τα μέτρα που θα πρέπει να τηρούν οι ογκολογικοί  ασθενείς για την προστασία τους, όσο και για τις τροποποιήσεις που θα πρέπει να γίνουν στη θεραπεία τους, για να περιοριστούν οι πιθανότητες μόλυνσής τους από τον νέο ιό.

Ωστόσο, νέεες μελέτες δείχνουν ότι οι ασθενείς με καρκίνο εκτός από μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρής νόσου από κορωνοϊό σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό έχουν και σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου.

Σύμφωνα με δεδομένα που παρουσιάστηκαν στην τελευταία ετήσια συνάντηση της American Society of Clinical Oncology, ο ενεργός καρκίνος μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες στην επιβίωση των ασθενών καθώς οι ογκολογικοί ασθενείς με εξελισσόμενο καρκίνο έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να πεθάνουν από τον νέο κορωνοϊό.

Αναλυτικότερα, ανάλυση δεδομένων από το CCC19 (COVID-19 and Cancer Consortium Registry) σε δείγμα 928 ασθενών, έδειξε ότι η επιδείνωση του καρκίνου αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για θάνατο, σε ασθενείς που νοσούν ταυτόχρονα από COVID-19 και καρκίνο. Η θεραπεία των νοσούντων από κορωνοϊό και καρκίνο μαζί με υδροξυχλωροκίνη και αζιθρομικύνη δεν φάνηκε να βελτιώνει την επιβίωση και συσχετίστηκε επίσης με αυξημένο κίνδυνο θανάτου.

Μία ακόμη μελέτη που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του μεγαλύτερου ογκολογικού συνεδρίου έδειξε ότι οι ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα και θωρακικού καρκίνου που είχαν λάβει χημειοθεραπεία έως και τρεις μήνες πριν τη νόσησή τους από τον COVID-19, μόνη της ή σε συνδυασμό με άλλες θεραπείες, είχαν επίσης αυξημένο κίνδυνο θανάτου.

Μία πιθανή εξήγηση είναι η σχέση της χημειοθεραπείας και των άλλων αντι-νεοπλασματικών θεραπειών αλλά και του ίδιου του καρκίνου στην καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος.

Η άλλη όψη του νομίσματος
Ωστόσο, υπάρχει και η αντίθετη άποψη. Σε βρετανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Lancet, όπου αναλύθηκαν τα δεδομένα από 800 ασθενείς, οι μισοί από τους οποίους είχαν μεταστατικό καρκίνο, 281 ασθενείς είχαν λάβει χημειοθεραπεία εντός 4 εβδομάδων προ της διάγνωσης της COVID-19. Μετά την προσαρμογή για την ηλικία, το φύλο και την παρουσία υποκείμενων νοσημάτων, η χορήγηση χημειοθεραπείας κατά τις τελευταίες 4 εβδομάδες δεν φάνηκε να έχει σημαντική επίδραση στη θνησιμότητα από COVID-19.

Αντίστοιχα ήταν τα ευρήματα και για τους ασθενείς που είχαν λάβει και άλλες αντι-νεοπλασματικές θεραπείες, όπως ανοσοθεραπεία, ορμονοθεραπεία ή στοχευμένους παράγοντες σε βάθος 4 εβδομάδων πριν την λοίμωξη από τον νέο κορωνοϊό.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η χορήγηση της θεραπείας των ογκολογικών ασθενών με ενεργή νόσο,  δεν αυξάνει τον κίνδυνο θανάτου από τον COVID-19 και είναι σημαντικό να συνεχίζεται απρόσκοπτα.

Στη βρετανική μελέτη, από το σύνολο των ασθενών που εξετάστηκαν, οι 412 (ποσοστό 52%) εμφάνισαν ήπια λοίμωξη από COVID-19, ενώ 226 ασθενείς (το 28% του συνόλου) κατέληξαν. Ο κυριότερος παράγοντας κινδύνου για θάνατο από τη νόσο που εντόπισαν οι ερευνητές, επιβεβαιώνοντας τα σχετικά διεθνή στατιστικά, ήταν και στους ογκολογικούς ασθενείς, το ανδρικό φύλο. Επίσης, φάνηκε να παίζει σημαντικό ρόλο η ηλικία των ασθενών και η παρουσία υποκείμενων νοσημάτων (π.χ. καρδιαγγειακών νοσημάτων, υπέρτασης και Χρόνιας Αποφρακτικής Πνευμονοπάθειας). Μόλις το 12% των ασθενών που κατέληξαν από COVID-19 δεν έπασχαν από κάποιο άλλο υποκείμενο νόσημα, πλην του καρκίνου.

Με τα παραπάνω συμπεράσματα συμφωνεί μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Breast Cancer Research και πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή νοσοκομείων του Παρισιού. Σε αυτήν συμπεριελήφθησαν 76 ασθενείς με καρκίνο του μαστού με αποδεδειγμένη ή ύποπτη λοίμωξη COVID-19, και το κύριο συμπέρασμα των ερευνητών ήταν πως δεν ήταν η χημειοθεραπεία και ο καρκίνος αυτός που έκανε τις ασθενείς πιο ευάλωτες στον νέο ιό, αλλά η ηλικία και τα άλλα υποκείμενα νοσήματα, όπως για παράδειγμα η υπέρταση. Πιο συγκεκριμένα, κατ’ αναλογία με τη βρετανική μελέτη, η ηλικία άνω των 70 ετών και η υπέρταση αύξησαν σημαντικά τις πιθανότητες για σοβαρή νόσηση από COVID-19 καθώς επίσης και τις πιθανότητες εισόδου σε ΜΕΘ ή θανάτου.

Επιπλέον, οι ασθενείς της γαλλικής μελέτης εμφάνισαν επίσης μικρότερες πιθανότητες μόλυνσης από τον COVID-19, καθώς η γνώση της ευπάθειάς τους τις έκανε να τηρούν καλύτερα και αποτελεσματικότερα τα σχετικά μέτρα προστασίας.

Η σημασία της εξατομίκευσης
Λίγους μήνες μετά την άφιξη της πανδημίας που ανέτρεψε την καθημερινότητα όλων- γιατρών, ασθενών, ολόκληρης της ανθρωπότητας, η εικόνα δεν είναι ακόμη ξεκάθαρη.

Για αυτό και οι κλινικές αποφάσεις είναι σημαντικό να εξατομικεύονται. Ο ογκολόγος θα πρέπει να λάβει υπόψη παράγοντες όπως ο κίνδυνος επανεμφάνισης του καρκίνου, ο αριθμός των κύκλων θεραπείας που έχουν ήδη ολοκληρωθεί και την ανοχή του ασθενούς στη θεραπεία και να προτείνει στον ασθενή του τις κατάλληλες τροποποιήσεις στην αγωγή του, με στόχο την καλύτερη δυνατή έκβασή του και την ποιότητα ζωής του.


Φλώρα Σταυρίδη MD, MSc, MRCP

Παθολόγος- Ογκολόγος, Διευθύντρια Δ’ Ογκολογικής Κλινικής Νοσοκομείου Υγεία, Διευθύντρια Care and Cure Oncology Center
www.careandcure.gr

ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ ΤΟ

MD MSc MRCP, Ογκολόγος Παθολόγος, Διευθύντρια Δ Ογκολογικής Κλινικής Νοσοκομείου Υγεία, Διευθύντρια Care and Cure Oncology Center