Το αντι-ιικό φάρμακο ρεμδεσιβίρη έχει ελάχιστη έως καμία θετική επίδραση στις πιθανότητες επιβίωσης των ασθενών με Covid-19, σύμφωνα με μελέτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).

Η μελέτη του ΠΟΥ αξιολόγησε τέσσερα πιθανά φάρμακα για την Covid-19, συμπεριλαμβανομένης της ρεμδεσιβίρης και της υδροξυχλωροκίνης.

Η ρεδεμσιβίρη ήταν από τα πρώτα φάρμακα που χρησιμοποιήθηκαν για την αντιμετώπιση της νόσου που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός και χορηγήθηκε πρόσφατα στον Πρόεδρο των ΗΠΑ Donald Trump, ενώ νοσηλευόταν.

Ο κατασκευαστής του φαρμάκου, η φαρμακοβιομηχανία Gilead, απέρριψε τα ευρήματα της μελέτης. Σε ανακοίνωσή της, σημείωσε ότι τα ευρήματα της μελέτης ήταν «ασυνεπή» με άλλες μελέτες και ότι εξέφρασε ανησυχίες επειδή τα αποτελέσματα της μελέτης δεν έχουν ακόμη ελεγχθεί από ομότιμους.

Για την κλινική δοκιμή, ο ΠΟΥ εξέτασε τα αποτελέσματα τεσσάρων πιθανών φαρμάκων – της ρεμδεσιβίρης, που είναι φάρμακο για τον Έμπολα, την υδροξυχλωροκίνη, που χρησιμοποιείται κατά της ελονοσίας, την ιντερφερόνη, που είναι ουσία του ανοσοποιητικού και τον συνδυασμό λοπιναβίρης και ριτοναβίρης, που χορηγούνται σε ασθενείς με HIV.

Τα τέσσερα φάρμακα ελέγχθηκαν σε 11.266 ενήλικες ασθενείς, σε 500 νοσοκομεία και περισσότερες από 30 διαφορετικές χώρες.

Τα αποτελέσματα, τα οποία δεν έχουν ακόμη αξιολογηθεί από ομότιμους, δείχνουν ότι καμία από αυτές τις θεραπείες δεν έχει ουσιαστική επίδραση στη θνησιμότητα ή στο χρονικό διάστημα νοσηλείας των ασθενών, δήλωσε ο ΠΟΥ.

Η επικεφαλής επιστήμονας του Οργανισμού, Soumya Swaminathan, δήλωσε ότι οι δοκιμές τους για την υδροξυχλωροκίνη και το συνδυασμό λοπιναβίρη-ριτοναβίρης σταμάτησαν τον Ιούνιο, επειδή είχαν ήδη αποδειχθεί αναποτελεσματικές. Ωστόσο, οι άλλες δοκιμές συνεχίστηκαν.

Τα αποτελέσματα του ΠΟΥ φαίνεται να έρχονται σε αντίθεση με μια προηγούμενη μελέτη που διεξήχθη από τον Gilead, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η θεραπεία με ρεμδεσιβίρη μείωσε τον χρόνο νοσηλείας κατά πέντε ημέρες, σε σύγκριση με τους ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο. Περίπου 1.000 ασθενείς συμμετείχαν σε αυτήν τη δοκιμή.

Παρά τις αντιδράσεις της Gilead, ο καθηγητής Martin Landray, ο οποίος διευθύνει τη μεγάλη κλινική δοκιμή «Recovery» στη Μεγάλη Βρετανία, δήλωσε ότι τα αποτελέσματα της μελέτης ήταν «σημαντικά, αν και απογοητευτικά» – και πρόσθεσε ότι υπήρχαν ήδη ανησυχίες σχετικά με το κόστος της ρεμδεσιβίρης και την προσβασιμότητα σε αυτήν: «Η Covid-19 πλήττει εκατομμύρια ανθρώπους και τις οικογένειές τους σε όλο τον κόσμο. Δεν είναι μια σπάνια ασθένεια. Χρειαζόμαστε προσιτές και μεγάλης κλίμακας θεραπείες. Η δοκιμή του ΠΟΥ έχει κάνει στον κόσμο μια τεράστια χάρη παράγοντας σαφή, ανεξάρτητα και ισχυρά αποτελέσματα, δείχνοντας για άλλη μια φορά την αξία των μεγάλων τυχαιοποιημένων δοκιμών για να μας δώσουν στοιχεία για το πώς πρέπει να αντιμετωπίσουμε την πανδημία».