Η Covid-19 που διαρκεί για περισσότερο από τέσσερις εβδομάδες, η λεγόμενη «μακρά» Covid-19 πλήττει κυρίως τους ηλικιωμένους, τις γυναίκες και εκείνους με ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων κατά την πρώτη εβδομάδα της ασθένειάς τους, όπως ανέφεραν Βρετανοί ερευνητές.

Περίπου το 5% των ατόμων που υποφέρουν Covid-19 έχουν συμπτώματα για οκτώ εβδομάδες ή περισσότερο, σύμφωνα με την προκαταρκτική ανάλυση δεδομένων που συγκέντρωσαν οι ερευνητές.

Οι επιστήμονες εντόπισαν δύο ομάδες μακροχρόνιων πασχόντων από Covid-19. Κάποιοι είχαν ως επί το πλείστον αναπνευστικά συμπτώματα, όπως βήχα και δύσπνοια, συν κούραση και πονοκεφάλους. Η άλλη ομάδα είχε συμπτώματα σε πολλά μέρη του σώματος, όπως αίσθημα ταχυκαρδίας, προβλήματα στο έντερο, τσιμπήματα ή μούδιασμα στο σώμα και έλλειψη πνευματικής διαύγειας.

«Είναι σημαντικό να χρησιμοποιήσουμε τις γνώσεις που έχουμε αποκτήσει από το πρώτο κύμα της πανδημίας για να μειώσουμε τον μακροπρόθεσμο αντίκτυπο του δεύτερου. Αυτό πρέπει να ανοίξει τον δρόμο για δοκιμές παρεμβάσεων από νωρίς για τη μείωση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων», δήλωσε η ερευνήτρια Δρ Claire Steves, καθηγήτρια στο King’s College του Λονδίνου.

Οι πάσχοντες από μακρά Covid-19 είχαν διπλάσιες πιθανότητες για υποτροπή μετά την ανάρρωσή τους, σε σύγκριση με εκείνους που είχαν τη σύντομη εκδοχή της ασθένειας που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός (16% έναντι 8%).

Περίπου το 22% των ενηλίκων ηλικίας άνω των 70 ετών με Covid-19 ανέπτυξε μακρά Covid-19, σε σύγκριση με περίπου 1 στους 10 από τους ασθενείς ηλικίας 18 έως 49 ετών, σύμφωνα με τη μελέτη. Οι γυναίκες ήταν επίσης πιο πιθανό να υποφέρουν από μακρά Covid-19 σε σχέση με τους άνδρες (15% έναντι 10%), αλλά αυτό ισχύει μόνο για νεότερους ασθενείς, όπως σημείωσαν οι ερευνητές.

Επίσης, όσοι ανέπτυξαν μακρά Covid-19 είχαν ελαφρώς μεγαλύτερο βάρος σώματος από εκείνους με την «απλή» εκδοχή της ασθένειας και εκείνοι που υπέφεραν από άσθμα είχαν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν μακρά Covid-19, αλλά δεν υπήρχαν σαφείς σύνδεσμοι με άλλες προϋπάρχουσες παθήσεις, πρόσθεσαν οι ερευνητές.