O νέος κορωνοϊός ίσως κυκλοφορούσε στην Ιταλία ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2019, σύμφωνα με μια νέα μελέτη του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου της χώρας, το οποίο αναζήτησε τον ιό σε δείγματα αίματος στο Μιλάνο. Αυτό σημαίνει ότι ο κορωνοϊός μπορεί να είχε εξαπλωθεί έξω από τα σύνορα της Κίνας μήνες νωρίτερα από ό,τι πίστευαν αρχικά οι επιστήμονες.

Σύμφωνα με τη μελέτη, το πρώτο τεκμηριωμένο κρούσμα Covid-19 στην Ιταλία καταγράφηκε στις 21 Φεβρουαρίου σε μια μικρή πόλη κοντά στο Μιλάνο. Ωστόσο, οι ερευνητές γνώριζαν ότι ο ιός κυκλοφορούσε πιθανώς πριν από αυτό το περιστατικό, οπότε ανέλυσαν δείγματα αίματος ατόμων που είχαν υποβληθεί σε τεστ για καρκίνο του πνεύμονα μεταξύ Σεπτεμβρίου 2019 και Μαρτίου 2020.

Οι ερευνητές βρήκαν αντισώματα για τον SARS-CoV-2 σε 111 από τα 959 άτομα ή σχεδόν στο 12% των δειγμάτων. Περίπου το 14% των θετικών αυτών δειγμάτων αίματος ελήφθησαν τον Σεπτέμβριο, με την πλειονότητα (περίπου το 30% των θετικών) να εμφανίζονται κατά τη δεύτερη εβδομάδα του Φεβρουαρίου.

«Αυτή η μελέτη δείχνει μια απροσδόκητη πολύ πρώιμη κυκλοφορία του SARS-CoV-2 μεταξύ ασυμπτωματικών ατόμων στην Ιταλία αρκετούς μήνες πριν από την καταγραφή του πρώτου ασθενούς», έγραψαν οι συγγραφείς: «Η εύρεση αντισωμάτων SARS-CoV-2 σε ασυμπτωματικά άτομα πριν από την εμφάνιση της νόσου Covid-19 στην Ιταλία μπορεί να αναμορφώσει την ιστορία της πανδημίας».

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δήλωσε  ότι θα επικοινωνήσει με τους ερευνητές και θα επανεξετάσει τα αποτελέσματά τους. Ο Οργανισμός μπορεί να αναλύσει περαιτέρω δείγματα και να επαληθεύσει τα δεδομένα και οι Ιταλοί ερευνητές σκοπεύουν επίσης να συνεχίσουν το έργο τους.

Εάν το ιστορικό της πανδημίας όπως το γνωρίζουμε έως σήμερα αποδειχθεί ότι δεν είναι ακριβές, οι επικεφαλής της δημόσιας υγείας μπορεί να χρειαστεί να εξετάσουν νέα εργαλεία ελέγχου για να εξετάσουν άτομα που δεν έχουν συμπτώματα Covid-19. Τα καλύτερα τεστ θα μπορούσαν να περιορίσουν μελλοντικά κύματα της πανδημίας και τις ασυμπτωματικές λοιμώξεις, σημείωσαν οι συγγραφείς.

«Ο νέος κορανοϊός μπορεί να κυκλοφορήσει στον πληθυσμό για μεγάλο χρονικό διάστημα και με χαμηλό ποσοστό θνησιμότητας, αλλά όχι επειδή εξαφανίζεται, μόνο και μόνο για να επανεμφανιστεί αργότερα», δήλωσε ο Giovanni Apolone, ένας από τους συν-συγγραφείς της έρευνας.