Μια νέα κλινική έρευνα έχει ξεκινήσει στη Μεγάλη Βρετανία για να διαπιστωθεί εάν η χορήγηση διαφορετικών εμβολίων κατά της Covid-19 στην πρώτη και τη δεύτερη δόση είναι εξίσου αποτελεσματική με τη χρήση του ίδιου τύπου εμβολίου δύο φορές.

Η ιδέα είναι να υπάρξει περισσότερη ευελιξία με τη διάθεση εμβολίων και να αντιμετωπιστούν πιθανά προβλήματα στην προμήθειά τους.

Οι επιστήμονες λένε ότι η ανάμειξη των εμβολίων θα μπορούσε επίσης να προσφέρει ακόμη καλύτερη προστασία από τον κορωνοϊό.

Η έρευνα θα διεξαχθεί σε άτομα ηλικίας 50 ετών και άνω που δεν έχουν λάβει ακόμη εμβόλιο, στο Λονδίνο, το Μπέρμιγχαμ, το Λίβερπουλ, το Νότινγχαμ, το Μπρίστολ, την Οξφόρδη και το Σαουθάμπτον.

Κάποιοι θα λάβουν το εμβόλιο της AstraZeneca ακολουθούμενο από το εμβόλιο της Pfizer ή το αντίστροφο, σε απόσταση τεσσάρων ή 12 εβδομάδων. Άλλα εμβόλια μπορούν να προστεθούν καθώς εγκρίνονται από τις ρυθμιστικές αρχές της χώρας.

Ο επικεφαλής ερευνητής, καθηγητής Matthew Snape από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, δήλωσε ότι πρόκειται για «εξαιρετικά συναρπαστική μελέτη» που θα παράσχει πληροφορίες ζωτικής σημασίας. «Θα είναι πολύ ενδιαφέρον να δούμε αν τα διαφορετικά εμβόλια θα μπορούσαν πραγματικά να οδηγήσουν σε αυξημένη ανοσοαπόκριση», είπε, «ή τουλάχιστον μια απόκριση που να είναι τόσο καλή όσο το να δοθούν οι δύο δόσεις του ίδιου εμβολίου».

Η μελέτη θα παρέχει επίσης δεδομένα σχετικά με την αποτελεσματικότητα των εμβολίων στις νέες παραλλαγές το κορωνοϊού και στη χρονική απόσταση μεταξύ των δόσεων στις τέσσερις και στις 12 εβδομάδες.

Ο καθηγητής Jonathan Van-Tam δήλωσε ότι υπάρχουν «ουσιώδη πλεονεκτήματα» στο να μάθουμε εάν οι δόσεις των εμβολίων μπορούν να αναμειχθούν ή όχι, δεδομένης της πρόκλησης του μεγάλου αριθμού ανθρώπων που χρειάζονται εμβολιασμό και τις πιθανές καθυστερήσεις στην παράδοση εμβολίων.

Είπε ότι ο συνδυασμός εμβολίων θα μπορούσε να οδηγήσει σε καλύτερη προστασία, «δίνοντας ακόμη υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων που διαρκούν περισσότερο».

Η τακτική της μείξης διαφορετικών εμβολίων έχει δοκιμαστεί και στο παρελθόν με θετικά αποτελέσματα – ορισμένα προγράμματα ανοσοποίησης κατά του Έμπολα ακολουθούν ακριβώς αυτήν τη στρατηγική.