Η υψηλή αρτηριακή πίεση κατά τη διάρκεια της κύησης μπορεί να οδηγήσει σε μακροχρόνιους κινδύνους για την καρδιά, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Σε σύγκριση με τις γυναίκες με φυσιολογική αρτηριακή πίεση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, οι γυναίκες που εμφάνισαν διαταραχές της αρτηριακής πίεσης όπως η προεκλαμψία και η υπέρταση κύησης είχαν σημαντικές διαφορές στη δομή της καρδιάς και της λειτουργίας της μια δεκαετία μετά τον τοκετό.
Αυτές οι διαφορές επηρεάζουν κυρίως την αριστερή κοιλία της καρδιάς και μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο καρδιακής νόσου και καρδιακής ανεπάρκειας αργότερα στη ζωή, σύμφωνα με τη μελέτη του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ που δημοσιεύθηκε στο Journal of the American College of Cardiology.
Τα ευρήματα μπορεί να βοηθήσουν τους γιατρούς να εντοπίζουν γυναίκες με υψηλό κίνδυνο μακροχρόνιων καρδιακών προβλημάτων και να ξεκινούν προληπτική θεραπεία, όπως πρότειναν οι ερευνητές.
«Η υπέρταση είναι ένας σιωπηλός δολοφόνος», δήλωσε η συγγραφέας της μελέτης Δρ Malamo Countouris. «Καμία από τις γυναίκες στη μελέτη μας δεν είχε κλινικά συμπτώματα καρδιακών παθήσεων – είναι νεαρές και πιθανώς νιώθουν καλά και υγιείς και μπορεί να μην πηγαίνουν τακτικά στον γιατρό- αλλά είναι σημαντικό να αρχίσουμε να τις εξετάζουμε νωρίς για υψηλή αρτηριακή πίεση», ανέφερε η γιατρός.
Η μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι οι γυναίκες με ιστορικό υψηλής αρτηριακής πίεσης τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης όσο και αργότερα, είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο για καρδιακά προβλήματα.
Οκτώ έως 10 χρόνια μετά τον τοκετό, το 79% των γυναικών σε αυτήν την ομάδα είχε «πάχυνση» στα τοιχώματα της αριστερής κοιλίας τους. Οι γυναίκες με υψηλή αρτηριακή πίεση μόνο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είχαν τέτοια σημάδια σε ποσοστό 36,4%, ενώ οι γυναίκες με υψηλή αρτηριακή πίεση μετά σε ποσοστό 46,2.
«Ο εντοπισμός γυναικών υψηλού κινδύνου μπορεί να προσφέρει ένα παράθυρο ευκαιρίας για στοχευμένες παρεμβάσεις για την πρόληψη καρδιακών παθήσεων», δήλωσε η Δρ Countouris: «Η σύσταση απλών αλλαγών στον τρόπο ζωής ή τη διατροφή, συμπεριλαμβανομένης της τακτικής άσκησης και της καλύτερης διαχείρισης άλλων καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου, μπορεί να αποτρέψει τις ανεπιθύμητες αλλαγές στην καρδιά και να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων αργότερα στη ζωή».