Η ποσότητα του φαγητού που βάζετε στο πιάτο σας και το πόσο γρήγορα το… αδειάζετε θα μπορούσε να καθορίζει πόσο τρώτε – για την ακρίβεια, πόσο το παρακάνετε στο φαΐ.

Μια νέα μελέτη διαπίστωσε ότι όταν στους συμμετέχοντες δόθηκαν μεγαλύτερες μερίδες για μεσημεριανό, έτρωγαν ως και 43% περισσότερο, όταν το μέγεθος της μερίδας αυξανόταν κατά 75%.

Επίσης, όσοι έτρωγαν γρηγορότερα ή έτρωγαν μεγαλύτερες μπουκιές, έτειναν επίσης να τρώνε περισσότερο φαγητό.

«Νομίζω ότι και τα δύο βασικά ευρήματά μας έχουν επιπτώσεις στην υγεία και στο πόσο τρώμε, όπως και στην αύξηση του βάρους», δήλωσε ο συγγραφέας της μελέτης Paige Cunningham, διδακτορικός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβανία.

Οι ερευνητές στρατολόγησαν 44 άνδρες και γυναίκες για να συμμετέχουν σε μεσημεριανό γεύμα για τέσσερις εβδομάδες, δίνοντάς τους μερίδες διαφορετικού μεγέθους σε τυχαία σειρά. Βιντεοσκόπησαν τα γεύματα ώστε να μπορούν να εκτιμήσουν την ταχύτητα με την οποία έτρωγαν οι συμμετέχοντες, καθώς και το μέγεθος των μπουκιών τους.

Οι συμμετέχοντες στη μελέτη κυμαίνονταν από 18 έως 68 ετών. Περίπου τα δύο τρίτα ήταν γυναίκες και περίπου το 45% ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.

Όταν οι μερίδες ήταν μεγαλύτερες, οι συμμετέχοντες έτρωγαν περισσότερο. Η ταχύτητα κατανάλωσης του φαγητού όμως δεν άλλαζε με τις μεγαλύτερες μερίδες. Οι συμμετέχοντες έτρωγαν περισσότερο όταν έτρωγαν γρηγορότερα ή έπαιρναν μεγαλύτερες μπουκιές, καθώς επίσης και όταν έπαιρναν περισσότερες μπουκιές ή έτρωγαν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Γνωρίζοντας ότι οι άνθρωποι τρώνε περισσότερο όταν το μέγεθος των μερίδων τους είναι μεγαλύτερο, μια πρόταση για όσους θέλουν να τρώνε λιγότερο είναι να προσέχουν τις μερίδες που τρώνε. Ένα άτομο μπορεί επίσης να αντισταθμίσει την κατανάλωση περισσότερων θερμίδων από ό,τι χρειάζεται επιλέγοντας τρόφιμα που έχουν λιγότερες θερμίδες ανά γραμμάριο. Αυτά μπορεί να είναι τρόφιμα πλούσια σε νερό, όπως φρούτα και λαχανικά, δήλωσε η συν-συγγραφέας της μελέτης Barbara Rolls, καθηγήτρια στο Τμήμα Επιστημών Διατροφής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβανία.

Αν και ο χαμηλότερος ρυθμός κατανάλωσης φαγητού μπορεί να είναι μια επιλογή για τη μείωση της υπερκατανάλωσης, είναι δύσκολο να εφαρμοστεί, σύμφωνα με τη Δρ Rolls, καθώς ορισμένα στοιχεία δείχνουν ότι η ταχύτητα με την οποία τρώμε είναι μια γενετικά βασισμένη συμπεριφορά.

Η έρευνα θα παρουσιαστεί στην ετήσια συνάντηση της American Society for Nutrition.