Ερευνητές διαπίστωσαν ότι σε σύγκριση με τους διαζευγμένους και όσους δεν είχαν παντρευτεί ποτέ, οι ηλικιωμένοι που είχαν μακροχρόνιους γάμους είχαν λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν άνοια. Περίπου το 11% εξ αυτών διαγνώστηκε με άνοια μετά την ηλικία των 70 ετών, έναντι 12% έως 14% των διαζευγμένων ή άγαμων συνομιλήκων τους.
Όταν οι ερευνητές στάθμισαν άλλους παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τον κίνδυνο άνοιας -όπως το μορφωτικό επίπεδο και τις συνήθειες του τρόπου ζωής- ο μακροχρόνιος γάμος εξακολουθούσε να συνδέεται με προστατευτική επίδραση: οι διαζευγμένοι και οι άγαμοι ενήλικες είχαν 50% έως 73% περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με άνοια.
Η μελέτη δεν είναι η πρώτη που συνδέει την οικογενειακή κατάσταση με τον κίνδυνο άνοιας, σύμφωνα με τον ερευνητή Bjorn Heine Strand, ανώτερο επιστήμονα στο Νορβηγικό Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας, στο Όσλο: «Ο γάμος έχει αναφερθεί ότι σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο άνοιας σε πολυάριθμες μελέτες και τα αποτελέσματά μας προστίθενται σε αυτά τα στοιχεία», σημείωσε.
Το μεγάλο ερώτημα είναι γιατί υπάρχει αυτή η σύνδεση. Η εξεύρεση των λόγων, είπε ο ερευνητής, είναι σημαντική — ειδικά λαμβάνοντας υπόψη την αλλαγή δημογραφικών και κοινωνικών κανόνων. Ο πληθυσμός των ηλικιωμένων αυξάνεται, που σημαίνει ότι περισσότεροι άνθρωποι κινδυνεύουν από άνοια. Εν τω μεταξύ, περισσότεροι άνθρωποι χωρίζουν ή λένε όχι στο γάμο γενικά.
Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν στο Journal of Aging and Health, βασίζονται σε περισσότερους από 8.700 Νορβηγούς ενήλικες των οποίων η οικογενειακή κατάσταση παρακολουθήθηκε από τα 44 έως τα 68 τους χρόνια. Η ομάδα του Strand στη συνέχεια αναζήτησε συσχετίσεις με την πιθανότητα διάγνωσης άνοιας μετά την ηλικία των 70 ετών.
Συνολικά, λίγο λιγότερο από το 12% διαγνώστηκε με άνοια κατά την περίοδο της μελέτης, ενώ ένα άλλο 35% ανέπτυξε ήπια γνωστική εξασθένηση — προβλήματα με τη μνήμη και τις δεξιότητες σκέψης που μπορεί, ή όχι, να εξελιχθούν σε άνοια.
Γενικά, η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε ότι η οικογενειακή κατάσταση δεν συνδέεται στενά με τον κίνδυνο ηπιότερων βλαβών. Υπήρχε όμως μια σαφής σχέση με τον κίνδυνο άνοιας: Η παραμονή στον γάμο προσέφερε μεγαλύτερη προστασία.
Οι ερευνητές προσπάθησαν να βρουν εξηγήσεις. Τα προβλήματα υγείας, όπως οι καρδιακές παθήσεις, μπορεί να συμβάλλουν στην άνοια. Ομοίως, η κατάθλιψη, τα χαμηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης, το κάπνισμα και η καθιστική ζωή έχουν συνδεθεί με υψηλότερο κίνδυνο άνοιας.
Κανένας από αυτούς τους παράγοντες, ωστόσο, δεν φαινόταν να εξηγεί πλήρως γιατί οι διαζευγμένοι και οι άγαμοι είχαν υψηλότερο κίνδυνο άνοιας.
Οι ερευνητική ομάδα σχεδιάζει να εμβαθύνει περισσότερο στο ζήτημα, εξετάζοντας εάν η κοινωνική αδράνεια, η μοναξιά ή η γενική ικανοποίηση από τη ζωή θα μπορούσαν να εξηγήσουν γιατί η οικογενειακή κατάσταση συνδέεται με τον κίνδυνο άνοιας.