Καθώς η επιδημία της παχυσαρκίας εξαπλώνεται συστηματικά, είναι σημαντικό να καταλάβουμε τι ακριβώς είναι αυτό που μας κάνει να παίρνουμε διαρκώς επιπλέον κιλά.
Από το 1980, τα ποσοστά της παχυσαρκίας παγκοσμίως έχουν υπερδιπλασιαστεί, με περισσότερα από 1,9 δισεκατομμύρια ενήλικες να είναι υπέρβαροι το 2014, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.
Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη θερμίδων για έναν μέσο ενήλικα βρίσκεται ανάμεσα 2000 θερμίδες για μια γυναίκα και 2,500 θερμίδες για έναν άνδρα, ενώ η πρόσληψη λίπους θα πρέπει να βρίσκεται μεταξύ 70 και 90 γραμμαρίων. Το σώμα χρειάζεται αυτό τον αριθμό θερμίδων, ώστε να λειτουργεί στη μέγιστη αποδοτικότητά του.
Ωστόσο, αν καταναλώνουμε περισσότερο φαγητό και προσλαμβάνουμε περισσότερες θερμίδες από ό, τι απαιτείται για να λειτουργήσει σωστά ο οργανισμός μας, το σώμα μας αποθηκεύει αυτές τις επιπλέον θερμίδες ως λίπος. Αυτά τα αποθέματα λίπους είναι σχεδιασμένα να υπάρχουν ως αποθήκη ενέργειας, για τις περιπτώσεις που ο οργανισμός δεν τρέφεται ικανοποιητικά. Ωστόσο, αν κάποιος τρώει σταθερά περισσότερο από ότι χρειάζεται, θα γίνει υπέρβαρος ή παχύσαρκος, καθώς το σώμα του αποθηκεύει επιπλέον θερμίδες διαρκώς.
Για να γνωρίζει πόσο φαγητό πρέπει να καταναλώσει, το ανθρώπινο σώμα χρειάζεται έναν τρόπο μέτρησης της ενέργεια που έχει αποθηκευμένο. Τον ρόλο αυτό αναλαμβάνει η λεπτίνη, επίσης γνωστή ως η «ορμόνη λίπους», η οποία ουσιαστικά δρα ως ένας μετρητής της ενέργειας που έχει ο οργανισμός. Η λεπτίνη είναι κατασκευασμένη από λιποκύτταρα και ενημερώνει τον εγκέφαλο πόσο λίπος έχει αποθηκευμένο το σώμα και κατά πόσον η ποσότητα αυτή αυξάνεται ή μειώνεται.
Η πρόσληψη τροφής ρυθμίζεται από μια μικρή περιοχή του εγκεφάλου που ονομάζεται υποθάλαμος. Όταν τα αποθέματα λίπους μειώνονται και τα επίπεδα λεπτίνης πέφτουν, ο υποθάλαμος διεγείρει την όρεξη, σε μια προσπάθεια να αυξήσει την πρόσληψη τροφής ώστε να ανακτήσει ο οργανισμός τα χαμένα αποθέματα ενέργειας. Όταν τα επίπεδα της λεπτίνης είναι υψηλά, η όρεξη καταστέλλεται για να μειωθεί η πρόσληψη τροφής και να ενθαρρυνθεί το σώμα να καταναλώσει επιπλέον αποθηκευμένη ενέργεια.
Οι επιστήμονες αρχικά θεώρησαν ότι η λεπτίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως θεραπεία για την παχυσαρκία. Ωστόσο, παρόλο που αποτελεί έναν σημαντικό ρυθμιστή της πρόσληψης τροφής, η όρεξη ταυτόχρονα επηρεάζεται από μια ποικιλία άλλων παραγόντων, όπως από το πόσο γεμάτο είναι το στομάχι, από τη συναισθηματική κατάσταση του ανθρώπου ή ακόμη και τις προτιμήσεις του στο φαγητό. Για τους λόγους αυτούς, είναι εύκολο να αγνοήσουμε το μήνυμα που μας δίνει η λεπτίνη και να συνεχίσουμε να τρώμε, αυξάνοντας το σωματικό μας βάρος, ακόμη και όταν τα αποθέματα λίπους μας είναι επαρκή.