H παραγωγή νέων ανοσοποιητικών κυττάρων που πραγματοποιεί ο εγκέφαλος ίσως είναι το κλειδί της νόσου του Αλτσχάιμερ και το μπλοκάρισμά της μπορεί να βοηθήσει στη μείωση των προβλημάτων της μνήμης, σύμφωνα με νέα έρευνα.

Οι ερευνητές του πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον παρατήρησαν ότι ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται για να εμποδίσει την παραγωγή των μικρογλοιακών κυττάρων στον εγκέφαλο ποντικών είχε θετική επίδραση στα συμπτώματα της νόσου. Τα μικρογλοιακά κύτταρα «καθαρίζουν» το νευρικό σύστημα από κύτταρα που στοχοποιούνται από το ανοσοποιητικό ως μη λειτουργικά.

Οι εμπειρογνώμονες είπαν ότι τα αποτελέσματα ήταν συναρπαστικά και ότι θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέες θεραπείες.

Μέχρι τώρα, τα περισσότερα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της άνοιας στοχεύουν τις αμυλοειδείς πλάκες του εγκεφάλου, οι οποίες είναι ένα χαρακτηριστικό των ανθρώπων με τη νόσο του Αλτσχάιμερ.

Η λύση βρίσκεται στη φλεγμονή που έχει ο εγκέφαλος

Αλλά αυτή η πρόσφατη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Brain και χρηματοδοτήθηκε από το Συμβούλιο Ιατρικών Ερευνών και από το Ινστιτούτο Έρευνας για το Αλτσχάιμερ της Μεγάλης Βρετανίας, δείχνει ότι στοχεύοντας τη φλεγμονή στον εγκέφαλο που προκαλείται από τη συσσώρευση μικρογλοίων, θα μπορούσαμε να σταματήσουμε την εξέλιξη της νόσου.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν σημαντική αύξηση του αριθμού των μικρογλοίων στους εγκεφάλους ατόμων που έπασχαν από τη νόσο του Αλτσχάιμερ. Όμως και προηγούμενες μελέτες έχουν επίσης καταδείξει ότι τα συγκεκριμένα κύτταρα μπορεί να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο.

Ο Δρ Diego Gomez-Nicola, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης από το πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον, δήλωσε: «Αυτά τα ευρήματα είναι όσο πιο κοντά στις αποδείξεις μπορούμε να φτάσουμε για να δείξουμε ότι η συγκεκριμένη οδός παίζει ρόλο στην ανάπτυξη της νόσου του Αλτσχάιμερ. Το επόμενο βήμα είναι να συνεργαστούμε στενά με τη φαρμακοβιομηχανία για να βρουν ένα ασφαλές φάρμακο που μπορεί να υποβληθεί σε τεστ για να δούμε αν λειτουργεί σε ανθρώπους».

Στη μελέτη, τα ποντίκια στα οποία είχε δοθεί ένα φάρμακο για να μπλοκάρει τον υποδοχέα CSF1R που είναι υπεύθυνος για την αύξηση των μικρογλοιακών κυττάρων στον εγκέφαλό τους, είχαν λιγότερα προβλήματα μνήμης και συμπεριφοράς.

Το φάρμακο εμπόδισε επίσης την απώλεια των ενώσεων που υπάρχουν για την επικοινωνία μεταξύ των νευρικών κυττάρων που έχει ο εγκέφαλος, μια απώλεια που παρατηρείται στα άτομα που πάσχουν από τη νόσο του Αλτσχάιμερ.

Ο Δρ Μαρκ Ντάλας, λέκτορας κυτταρικής και μοριακής νευροεπιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Reading, είπε ότι η έρευνα ήταν «μια συναρπαστική ανακάλυψη», η οποία θα μπορούσε να εξηγήσει «γιατί τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της νόσου του Αλτσχάιμερ μέχρι στιγμής, έχουν αποτύχει».

Ο Δρ Doug Brown, δήλωσε ότι τα ευρήματα της μελέτης ήταν ενθαρρυντικά: «Με την ηλικία του πληθυσμού να αυξάνεται συνεχώς και κανένα νέο φάρμακο εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία, η ανάγκη να βρεθούν θεραπείες που μπορούν να επιβραδύνουν ή να σταματήσουν την εξέλιξη της νόσου είναι μεγαλύτερη από ποτέ».