Οι μελέτες έχουν αποκαλύψει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι αγνοούν ορισμένα σημάδια που μπορεί να συνδέονται με τον καρκίνο. Ας δούμε ποια είναι αυτά και πως μπορούμε να τα αναγνωρίσουμε.
Μερικά από τα πιθανά προειδοποιητικά σημάδια του καρκίνου μπορεί να είναι:
– Ένας επίμονος βήχας ή βραχνάδα, ένα εξόγκωμα, η διάρροια ή η δυσκοιλιότητα
– Μια ανεξήγητη απώλεια βάρους ή μια πληγή που δεν επουλώνεται
– Το αίμα στον εμετό, τα ούρα ή τα κόπρανα και για τις γυναίκες η αιμορραγία μεταξύ των περιόδων τους
– Ένα αίσθημα ότι δεν έχει αδειάσει πλήρως το έντερό σας μετά την επίσκεψη στην τουαλέτα
– Κρεατοελιές με ακανόνιστο σχήμα ή οδοντωτές άκρες
Οι έρευνες έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι μπορεί να διακινδυνεύουν αγνοώντας μερικά από τα κρυμμένα σημάδια του καρκίνου από φόβο ότι μπορεί να σπαταλήσουν τον χρόνο του γιατρού τους.
Περισσότερο από το 50% των ανθρώπων βιώνουν κάποια στιγμή κάποιο από τα προειδοποιητικά συμπτώματα που σχετίζονται με τον καρκίνο – όπως ένα επίμονο βήχα, μια πληγή που δεν επουλώνεται ή ένα εξόγκωμα – αλλά σύμφωνα με τις έρευνες μόνο 2% εξ αυτών σκέφτηκαν ότι η αιτία θα μπορούσε να είναι κάποια μορφή καρκίνου.
Μερικοί από αυτούς δήλωσαν ότι απέφυγαν να συμβουλευτούνε τον γιατρό τους επειδή ανησύχησαν θα το αντιμετώπιζε ως κάτι ασήμαντο και θα φαινόταν υποχόνδριοι, ενώ άλλοι είπαν ότι φοβόντουσαν ότι η διάγνωση θα μπορούσε να είναι θετική. Κάποιοι άλλοι ανέφεραν ως λόγο για την μη επίσκεψή τους στο γιατρό την έλλειψη εμπιστοσύνης στο σύστημα υγείας.
Η συμβουλή των ιατρών πάντως παραμένει σταθερά επί του θέματος: σε κάθε περίπτωση αμφιβολίας, επισκεφθείτε τον γιατρό σας για να ελέγξει το σύμπτωμα – κανένας επιστήμονας δεν θα θεωρήσει ότι σπαταλάτε τον χρόνο του.
Το πιο πιθανό είναι τα συμπτώματά σας να μην οφείλονται σε καρκίνο και εσείς να ξενοιάσετε μια ώρα αρχύτερα. Όμως αν τυχόν είναι, όσο πιο γρήγορα γίνει η διάγνωση, τόσο καλύτερη θα είναι η θεραπεία του προβλήματος και η έκβαση για την υγεία σας.
Οι πιο κοινές μορφές της ασθένειας είναι ο καρκίνος του προστάτη, του μαστού, του εντέρου και του πνεύμονα. Η νόσος επηρεάζει περισσότερα από 14 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο κάθε χρόνο.