Λίγες πρωτοβουλίες για τη δημόσια υγεία ήταν τόσο επιτυχείς όσο η εκστρατεία ενάντια στο κάπνισμα, μια προσπάθεια που ξεκίνησε στις αρχές του 1900 και κορυφώθηκε τις προηγούμενες δεκαετίες.
Ειδικά οι αμερικανοί σταμάτησαν το κάπνισμα κατά κύματα, εγκαταλείποντας τη μόδα μιας άλλης εποχής. Σήμερα, οι αμερικανοί ενήλικες, κατά μέσο όρο καπνίζουν λιγότερα από 1.300 τσιγάρα ετησίως, περίπου το ένα τρίτο από ότι το 1963 (4.200).
Η απότομη πτώση έχει δώσει μια γεύση για το τι συμβαίνει όταν μια χώρα κόβει μαζικά το τσιγάρο – πολλά καλά πράγματα: η απότομη πτώση στα ποσοστά των καπνιστών συνέπεσε με πτώση του ποσοστού εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα, του ποσοστού των θανάτων που συνδέονται με τα καρδιαγγειακά νοσήματα και μια σειρά άλλων αρνητικών αποτελεσμάτων για την υγεία.
Αλλά έχει επίσης ενδιαφέρον ότι συνέπεσε με μια άλλη τάση που δεν είναι τόσο ενθαρρυντική: την αύξηση της παχυσαρκίας. Μήπως δεν είναι παράλογο να πιστεύουμε ότι αυτά τα δύο μπορεί να έχουν τουλάχιστον κάποια σχέση;
«Κανένας δεν θα συνιστούσε το κάπνισμα ως τρόπο για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας», δήλωσε ο Charles Baum, καθηγητής Οικονομικών στο πολιτειακό πανεπιστήμιο του MiddleTennessee και συγγραφέας της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Review of the Economics of the Household. «Αλλά ρεαλιστικά, η μείωση του καπνίσματος θα μπορούσε κάλλιστα να έχει κάποια επίδραση στην αύξηση της παχυσαρκίας».
Ο Baum, μαζί με τη Shin-Yi Chou, επιστημονικό συνεργάτης του Εθνικού Γραφείου Οικονομικών Ερευνών (NBER), εξέτασαν αν οι αλλαγές στην ανθρώπινη συμπεριφορά έχουν διαδραματίσει κάποιο ρόλο στην αύξηση της παχυσαρκίας, η οποία έχει διπλασιαστεί κατά τα τελευταία 25 χρόνια στις ΗΠΑ. Έτσι προσπάθησαν να εκτιμήσουν πώς μπορεί να συνέβαλαν κάποια πράγματα πέρα από τα προφανή και άμεσα, όπως η διατροφή και η άσκηση.
Οι ερευνητές εξέτασαν την επίδραση διαφόρων κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραγόντων χρησιμοποιώντας δεδομένα σχεδόν 30 χρόνων. Η έρευνα συγκέντρωσε λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το κοινωνικό και οικονομικό υπόβαθρο, το βάρος, το ύψος και πολλά άλλα χαρακτηριστικά περισσότερων από12.000 ανθρώπων. Αυτό που βρήκαν είναι ότι κανένας παράγοντας δεν φαινόταν να έπαιζε σημαντικό ρόλο στην άνοδο της παχυσαρκίας, πέρα από τη μεταβολή στην κατανάλωση τσιγάρων.
«Η μείωση του επιπολασμού του καπνίσματος δεν έχει μεγάλη επίδραση, αλλά φαίνεται ότι έχει κάποια», είπε ο Baum. «Μπορεί να δώσει μια εξήγηση για περίπου ένα 4% της αύξησης της παχυσαρκίας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας».
Οι επιπτώσεις που σχετίζονται με τη μείωση της κατανάλωσης τσιγάρων ήταν οι σημαντικότερες από όλους τους παράγοντες που εξέτασαν οι ερευνητές – όπως η αύξηση της αστικοποίησης, η πτώση στις τιμές των τροφίμων και η αύξηση του αριθμού των εστιατορίων – και αυτό ίσχυσε και στα τρία μοντέλα που έφτιαξαν για να συγκρίνουν τους διάφορους παράγοντες.
Παράλογο; Όχι και τόσο. Είναι γνωστό ότι τα τσιγάρα «κλείνουν» την όρεξη, όχι μόνο ως λαϊκή σοφία, αλλά και ως αποτέλεσμα ερευνών για την επίδραση του καπνού στο σώμα – υπάρχει πληθώρα ερευνών που επιβεβαιώνει ότι η νικοτίνη μειώνει την πρόσληψη τροφής. Οι λόγοι, που καταγράφονται αναλυτικά σε μελέτη του 1991, περιλαμβάνουν αλλαγές στο νευρικό σύστημα, τη σωματική δραστηριότητα και τις προτιμήσεις στην κατανάλωση τροφής.
Επίσης είναι σχετικά επιβεβαιωμένο ότι οι άνθρωποι έχουν την τάση να παίρνουν βάρος μετά τη διακοπή του καπνίσματος.
«Ξέρουμε ότι η διακοπή του καπνίσματος οδηγεί σε αύξηση του σωματικού βάρους, αυτό είναι αρκετά αποδεκτό», δήλωσε ο Yoni Freedhoff, ειδικός της παχυσαρκίας στο πανεπιστήμιο της Οτάβα. «Φυσικά, η αύξηση του βάρους ποικίλλει, αλλά μπορεί να φτάνει ακόμη και τα 20 κιλά».
«Προφανώς, είναι δύσκολο να διαπιστωθεί καμία αιτιώδης σχέση, αλλά προσωπικά θα έλεγα ότι είναι εύλογο να πιστέψουμε ότι η αποφυγή καπνίσματος συνέβαλε στην αύξηση της παχυσαρκίας», συμπλήρωσε Freedhoff.
Φυσικά, δεν θα πρέπει να κοιτάξουμε πίσω στις… θεριακλίδικες ημέρες. Η μείωση του καπνίσματος «είναι ένα συντριπτικά θετικό πράγμα», λέει ο Baum. «Είναι όμως χρήσιμο να γνωρίζουμε μερικές από τις παρενέργειες της διακοπής του καπνίσματος. Είναι ενδιαφέρον να δούμε πώς θα μπορούσαν να συμβάλλουν στις τάσεις σε εθνικό επίπεδο, όπως η αύξηση της παχυσαρκίας».