Η πλειοψηφία των αντικαταθλιπτικών είναι αναποτελεσματικά και μπορεί να μην είναι καν ασφαλή για τα παιδιά και τους εφήβους με κλινική κατάθλιψη, προειδοποιούν ειδικοί.
Στην πιο ολοκληρωμένη σύγκριση 14 συχνά συνταγογραφούμενων αντικαταθλιπτικών φαρμάκων που έχει γίνει μέχρι σήμερα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μόνο ένα ήταν πιο αποτελεσματικό στην ανακούφιση των συμπτωμάτων της κλινικής κατάθλιψης σε σχέση με ένα εικονικό φάρμακο.
Ένα άλλο δημοφιλές φάρμακο, η βενλαφαξίνη, φάνηκε να αυξάνει τον κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων και αποπειρών αυτοκτονίας στους χρήστες.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet, προειδοποιεί ότι τα αντικαταθλιπτικά δεν φαίνεται να προσφέρουν κάποιο σαφές πλεονέκτημα στη θεραπεία παιδιών και εφήβων και θα μπορούσε να αλλάξει την προσέγγιση των γιατρών προς τις συνταγογραφούμενες θεραπείες.
«Η μείζων καταθλιπτική διαταραχή είναι αρκετά διαδεδομένη στα παιδιά και τους εφήβους», δήλωσε ο ερευνητής του πανεπιστήμιο της Οξφόρδης Δρ Andrea Cipriani, επικεφαλής της έρευνας. «Οι περιπτώσεις αυτές όχι μόνο είναι εξαιρετικά υποδιαγνωσμένες και υποθεραπευμένες, αλλά και η πάθηση τείνει να παρουσιάζεται με διαφορετικό τρόπο στα παιδιά».
«Τα συμπτώματα κλινικής κατάθλιψης σε παιδιά και εφήβους είναι μάλλον τα ίδια: θα παρατηρήσετε ότι είναι ευερέθιστα, ότι έχουν επιθετική συμπεριφορά και προβλήματα στο σχολείο. Έτσι οι συνέπειες των καταθλιπτικών επεισοδίων στα παιδιά μπορεί να είναι δραματικές, αυξάνοντας τον κίνδυνο αυτοκτονικών ιδεών και προσπαθειών».
Χρησιμοποιώντας δεδομένα από όλες τις δημοσιευμένες και αδημοσίευτες τυχαιοποιημένες μελέτες για τα πιο συχνά συνταγογραφούμενα φάρμακα, η ομάδα του Δρ Cipriani συνέκρινε τις επιπτώσεις των 14 αντικαταθλιπτικών σε νεαρά άτομα με κλινική κατάθλιψη. Τα φάρμακα βαθμολογήθηκαν ανάλογα με την αποδοτικότητα, την ανεκτικότητα, την αποδοχή και τις παρενέργειες, όπως αυτοκτονικές σκέψεις και απόπειρες.
Η ανάλυση των 43 μελετών στις οποίες συμμετείχαν σχεδόν 5.300 παιδιά και έφηβοι έδειξαν ότι τα οφέλη από τη λήψη αντικαταθλιπτικών φαρμάκων υπερτερούν των κινδύνων μόνο στην περίπτωση ενός φαρμάκου, της φλουοξετίνης.
«Συνιστούμε τα παιδιά και οι έφηβοι που λαμβάνουν αντικαταθλιπτικά να παρακολουθούνται στενά, ανεξαρτήτως του επιλεγόμενου αντικαταθλιπτικού φαρμάκου, ιδιαίτερα κατά την έναρξη της θεραπείας», δήλωσε ο καθηγητής Peng Xie, συν-συγγραφέας της μελέτης.
Η μείζων καταθλιπτική διαταραχή είναι συχνή σε παιδιά και εφήβους και επηρεάζει περίπου το 3% των παιδιών ηλικίας 6 έως 12 ετών και περίπου το 6% των εφήβων ηλικίας 13 έως 18 ετών.