Η κάθε γυναίκα ανάλογα με τον τρόπο ζωής της, τις διατροφικές της συνήθειες και το ατομικό και το κληρονομικό της ιστορικό, εμφανίζει διαφορετικό κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Καμία παρέμβαση (αλλαγή τρόπου ζωής, διατροφικές συνήθεις, τακτικός προληπτικός έλεγχος), δεν είναι ικανή να αποτρέψει την ανάπτυξη καρκίνου του μαστού. Ωστόσο, υπάρχει τρόπος ο κίνδυνος αυτός να μειωθεί.

Διατροφή: Η υιοθέτηση ενός ισορροπημένου διαιτολογίου, με χαμηλά ποσοστά κορεσμένων λίπαρών οξέων και πλούσιο σε φυτικές ίνες συστήνεται σε όλες τις γυναίκες. Πλήθος μελετών έχουν επικεντρωθεί στην εξακρίβωση της πιθανής σύνδεσης μεταξύ καρκίνου του μαστού και διατροφής. Παρόλο που δεν έχουν καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα, έχουν ωστόσο καταδείξει τα οφέλη για τις γυναίκες που διατηρούν ένα υγιές, χαμηλό σωματικό βάρος.

Αλκοόλ/Κάπνισμα: Τόσο η κατανάλωση αλκοόλ όσο και η χρήση νικοτίνης έχει διαπιστωθεί ότι αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού

Άθληση: Η τακτική σωματική άσκηση μειώνει κατά το 1/3 τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του και μαστού και μάλιστα στην ηλικία της εμμηνόπαυσης, όπου το αυξημένο σωματικό βάρος ενισχύει ακόμη περισσότερο τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου.

Θηλασμός: Μελέτες έχουν δείξει πως οι γυναίκες που έχουν θηλάσει, στατιστικά εμφανίζουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού συγκριτικά με όσες δεν έχουν θηλάσει. Αν και δεν έχει εξακριβωθεί ο προστατευτικός μηχανισμός του θηλασμού έναντι του καρκίνου του μαστού, εικάζεται πως αυτό συμβαίνει διότι κατά τη διάρκεια του θηλασμού οι γυναίκες δεν κάνουν ωορρηξίες τακτικά κι έτσι τα επίπεδα των οιστρογόνων παραμένουν χαμηλά.

Μηνιαία Αυτοεξέταση: Παρόλο που η αυτοεξέταση του στήθους δεν έχει συμβάλλει στη μείωση των θανάτων από τη νόσο, ωστόσο συστήνεται στις γυναίκες να εξοικειώνονται με την εικόνα και την υφή των μαστών τους, ώστε να εντοπίζουν και τις ελάχιστες αλλαγές που τυχόν σημειώνονται σε αυτό και να τις αναφέρουν στον ιατρό τους έγκαιρα .

Απεικονιστικές προληπτικές εξετάσεις

Μαστογραφία: Θεωρείται το καλύτερο «εργαλείο» που έχουν στη διάθεσή τους οι ιατροί για τη διάγνωση υγιών γυναικών για καρκίνο μαστού, ενώ η απεικονιστική αυτή εξέταση έχει αποδεδειγμένα βοηθήσει στη μείωση των θανάτων εξαιτίας της νόσου. Η μαστογραφία πρέπει να γίνεται μία φορά τον χρόνο ξεκινώντας από την ηλικία των 40 ετών. Τα τελευταία χρόνια με την αύξηση του αριθμού των καρκίνων σε νεαρή ηλικία, συστήνουμε η πρώτη μαστογραφία( μαστογραφία αναφοράς) να γίνεται στην ηλικία περίπου των 35, ώστε να χρησιμοποιηθεί για σύγκριση αργότερα.

Ωστόσο, κάθε γυναίκα θα πρέπει να συμβουλεύεται τον ιατρό της σχετικά με την έναρξη του χρόνου της μαστογραφίας καθώς αυτή ποικίλει ανάλογα με τους παράγοντες κινδύνου που εμφανίζει για καρκίνο μαστού.

Υπέρηχος & Μαγνητική Μαστογραφία: Οι εξετάσεις αυτές θα πρέπει να έπονται σε γυναίκες με «ύποπτες» ενδείξεις κατά την ψηφιακή μαστογραφία ή την κλινική εξέταση. Επιπλέον ασθενείς με επιβαρυμένο κληρονομικό ιστορικό ή ασθενείς μικρής ηλικίας με κάποιο ψηλαφητό εύρημα έχουν ένδειξη για υπερηχογράφημα και μαγνητική μαστογραφία.

ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ ΤΟ

PhD, FEBS, (European Boards of Breast Surgery), Διευθύντρια Χειρουργικής Κλινικής Μαστού Ευρωκλινικής Αθηνών