Η «σημαντικότερη δράση» για τη βελτίωση της υγείας των παιδιών του κόσμου θα ήταν να σταματήσουμε τη χρήση τεράστιων ποσοτήτων ορυκτών καυσίμων, υποστηρίζει μία κορυφαία ειδικός στην τοξικολογία και σε θέματα περιβαλλοντικής υγείας, μετά την επανεξέταση των στοιχείων για τις επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε λιγότερα παιδιά που πάσχουν από άσθμα, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας και αναπτυξιακά προβλήματα που σημαίνουν χαμηλότερο IQ, δήλωσε η καθηγήτρια Frederica Perera. Θα σήμαινε επίσης λιγότερους πρόωρους τοκετούς και μωρά που γεννιούνται με χαμηλό βάρος.
Θεραπεύοντας τον «εθισμό μας στα ορυκτά καύσιμα» θα μειωνόταν ο αριθμός των παιδιών που πεθαίνουν εξαιτίας των πλημμυρών, της ξηρασίας και του υποσιτισμού και λιγότερα παιδιά θα υπέφεραν από μολυσματικές ασθένειες, ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος και προβλήματα ψυχικής υγείας που προκύπτουν από την πολιτική αστάθεια.
Η τοξικολογία προειδοποιεί
Στο άρθρο της στην επιθεώρηση Environmental Health Perspectives, η Δρ Perera, διευθύντρια στο Κέντρο Παιδικής Περιβαλλοντικής Υγείας του πανεπιστήμιου Κολούμπια, σημειώνει: «Η καύση ορυκτών καυσίμων προκαλεί πλήθος σοβαρών προβλημάτων στα παιδιά, υγείας και αναπτυξιακών, εξαιτίας των εκπομπών τοξικών σωματιδίων και αερίων και διοξειδίου του άνθρακα, ενός ρύπου που αποτελεί κινητήριο δύναμη της αλλαγής του κλίματος».
«Κάθε ένα από τις μυριάδες ρύπων που εκλύονται από την καύση ορυκτών καυσίμων είναι σε θέση να ασκήσει πολλαπλές και σωρευτικές αρνητικές συνέπειες, είτε άμεσα είτε έμμεσα. Τα έμβρυα που αναπτύσσονται και τα μικρά παιδιά, ιδιαίτερα τα φτωχά, είναι πιο ευάλωτα στις επιπτώσεις τόσο των τοξικών ρύπων όσο και της κλιματικής αλλαγής».
Υποστηρίζοντας ότι υπάρχει μια «ισχυρή ηθική επιταγή» για την μείωση της καύσης των ορυκτών καυσίμων – πέρα από τα επιστημονικά και οικονομικά επιχειρήματα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής – η Δρ Perera η οποία ειδικεύεται στην τοξικολογία και την επιδημιολογία είπε ότι υπάρχει ανάγκη για τη δημιουργία μιας «παιδοκεντρικής πολιτικής για την ατμοσφαιρική ρύπανση και την ενεργειακή πολιτική».
«Τα αναπτυσσόμενα έμβρυα και τα παιδιά είναι βιολογικά και ψυχολογικά περισσότερο ευάλωτα από τους ενήλικες στις πολλές αρνητικές επιπτώσεις των τοξικών ατμοσφαιρικών ρύπων», πρόσθεσε.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας διαπίστωσε το 2006 ότι τα παιδιά είναι πιο πιθανό να εκτεθούν στην ατμοσφαιρική ρύπανση σε σχέση με τους ενήλικες. Εκτιμάται ότι 3,7 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο εξαιτίας της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.