Όταν συμβαίνουν τουλάχιστον 3 αποτυχημένες προσπάθειες εξωσωματικής, κατά τις οποίες τουλάχιστον 1-2 έμβρυα υψηλής ποιότητας μεταφέρθηκαν κάθε φορά, έχουμε επανειλημμένη αποτυχία εμφύτευσης.
Η εμφύτευση περιλαμβάνει δύο βασικούς παράγοντες: πρώτα από όλα ένα υγιές έμβρυο με δυνατότητα να εμφυτευθεί και δεύτερον ένα υποδεκτικό ενδομήτριο που διευκολύνει την διαδικασία. Κατά συνέπεια η αποτυχία εμφύτευσης μπορεί να είναι είτε μητρικής (προβλήματα στην μήτρα) είτε εμβρυικής αιτιολογίας (όπως χρωμοσωμικές ανωμαλίες).
Πρόσφατα υπάρχει μια στροφή της επιστημονικής κοινότητας διεθνώς προς την λεπτομερέστερη διερεύνηση του ενδομητρίου σαν αίτιο επανειλημμένης αποτυχίας εμφύτευσης. Κατά τον εμμηνορυσιακό κύκλο της γυναίκας αλλά και κατά την διάρκεια μιας προσπάθειας εξωσωματικής, το ενδομήτριο υφίσταται μορφολογικές και βιολογικές αλλαγές που καταλήγουν στην αύξηση του πάχους του και στην απόκριση αυτού στην προγεστερόνη. Αυτές οι αλλαγές οδηγούν στην δημιουργία του «παραθύρου εμφύτευσης» (window of implantation), διαστήματος κατά το οποίο το ενδομήτριο είναι υποδεκτικό για την εμφύτευση του εμβρύου. Λεπτό ενδομήτριο (μικρότερο των 6-7 χιλιοστών), ενδομήτριο με συμφύσεις (Σύνδρομο Asherman’s) και μη ανταποκρινόμενο στην προγεστερόνη ενδομήτριο, αποτελούν αίτια επανειλημμένης αποτυχίας εμφύτευσης. Για την αντιμετώπισή τους έχουν στο παρελθόν χρησιμοποιηθεί φαρμακευτικές θεραπείες με λήψη οιστρογόνων από το στόμα ή/και κολπικά, χορήγηση ασπιρίνης ακόμα και σιλδεναφίλης (Viagra) με πτωχά συνήθως αποτελέσματα.
Ωστόσο πλέον υπάρχουν δύο χειρουργικές τεχνικές στις οποίες η Ελλάδα και το κέντρο μας υπήρξαν πρωτοπόρα και έχουν δώσει εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Η πρώτη αφορά την χειρουργική «νεαροποίηση» του ενδομητρίου κατά την διάρκεια μιας επεμβατικής υστεροσκόπησης. Σε αυτήν ο χειρουργός γυναικολόγος αποκτά άμεση επισκόπηση της ενδομητρικής κοιλότητας και του προβλήματος μέσω του υστεροσκοπίου που εισάγεται εντός της μήτρας ενώ η ασθενής βρίσκεται υπό αναισθησία. Στην συνέχεια εκτελεί μικροτομές στον πυθμένα της κοιλότητας, νεαροποιώντας έτσι το ενδομήτριο και προκαλώντας μια τοπική αντίδραση. Αυτός ο ήπιος μικροτραυματισμός του ενδομητρίου πριν από την θεραπεία εξωσωματικής γονιμοποίησης μπορεί να είναι ευεργετικός. Αυτό συμβαίνει διότι ενεργοποιείται ένας μηχανισμός επούλωσης και ανάπλασης του ενδομητρίου κατά την διάρκεια του οποίου απελευθερώνονται αυξητικοί παράγοντες και ορμόνες. Ο «νέος» βλεννογόνος που προκύπτει είναι πιο δεκτικός στην εμφύτευση του εμβρύου. Αυτή η διαδικασία μπορεί να αυξήσει τα ποσοστά εμφύτευσης , επίτευξης εγκυμοσύνης και γεννήσεων εντυπωσιακά (έως 65%!).
Δεύτερη τεχνική, η οποία μόλις τελευταία απέκτησε κλινική εφαρμογή, αποτελεί η έγχυση ομόλογων βλαστοκυττάρων (stemcells) βαθιά στο ενδομήτριο κατά την διάρκεια μιας υστεροσκόπησης. Τα βλαστοκύτταρα αυτά έχουν προκύψει από λιποκύτταρα τα οποία έχουν καλλιεργηθεί στο εργαστήριο μετά από λήψη λίπους με μικρολιπαναρρόφηση υπό τοπική αναισθησία από την ίδια την ασθενή. Στην συνέχεια και μετά από λήψη οιστρογόνων από το στόμα τα βλαστοκύτταρα αυτά μετατρέπονται σε ενδομητρικά κύτταρα προκαλώντας πάχυνση και ανανέωση του ενδομητρίου. Τα αποτελέσματα μέχρις στιγμής είναι εντυπωσιακά τόσο όσον αφορά την πάχυνση του ενδομητρίου και την αύξηση της εμμήνου ρύσεως όσο και στην επίτευξη εγκυμοσύνων μετά από προσπάθεια εξωσωματικής.