Η κακή διατροφή σαρώνει στον κόσμο και τροφοδοτείται τόσο από την παχυσαρκία όσο και από την πείνα, διαπιστώνει μια νέα έρευνα.

Η Παγκόσμια Έκθεση για τη Διατροφή 2016, καταγράφει ότι το 44% των χωρών παγκοσμίως αντιμετωπίζει «πολύ σοβαρά επίπεδα» υποσιτισμού και παχυσαρκίας. Αυτό σημαίνει ότι ένας στους τρεις ανθρώπους βιώνει κάποια μορφή κακής διατροφής, σύμφωνα με την έρευνα που έγινε σε 129 χώρες.

Η κακή διατροφή έχει συνδεθεί παραδοσιακά με παιδιά υποσιτίζονται, πεθαίνουν από την πείνα, έχουν ανεπαρκή ανάπτυξη και είναι επιρρεπή σε λοιμώξεις. Αυτό είναι ακόμη σημαντικό πρόβλημα, αλλά έχει σημειωθεί πρόοδος σε αυτόν τον τομέα.

Αντίθετα, οι συντάκτες της έκθεσης υπογραμμίζουν τη «συγκλονιστική παγκόσμια πρόκληση» που θέτει η όλο και αυξανόμενη παχυσαρκία. Η αύξηση συμβαίνει σε κάθε περιοχή του κόσμου και σχεδόν σε κάθε χώρα, όπως σημειώνουν.

Εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι έχουν κακή διατροφή, επειδή είναι υπέρβαροι, καθώς επίσης και γιατί προσλαμβάνουν πάρα πολλή ζάχαρη, αλάτι ή έχουν πολύ χοληστερόλη στο αίμα τους, ανέφερε η έκθεση.

Η καθηγήτρια Corinna Hawkes, εκ των επικεφαλής της έρευνας, δήλωσε ότι η μελέτη «επαναπροσδιορίζει αυτό που ο κόσμος σκέφτεται ως κακή διατροφή».

«Τα αποτελέσματα της κακής διατροφής θα μπορούσαν να είναι η έλλειψη βάρους και η ανεπαρκής ανάπτυξη… ή θα μπορούσαν να είναι η παχυσαρκία και τα υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα, τα οποία οδηγούν σε διαβήτη», είπε.

Ενώ πολλές χώρες βρίσκονται σε καλό δρόμο για την επίτευξη των στόχων για τη μείωση της ανεπαρκούς ανάπτυξης και τον αριθμό των λιποβαρών παιδιών, πολύ λίγες σημειώνουν πρόοδο στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και των ασθενειών που προκαλεί, όπως οι καρδιακές παθήσεις.

Στην πραγματικότητα, αναφέρει η έκθεση, ο αριθμός των παιδιών κάτω των πέντε ετών που είναι υπέρβαρα πλησιάζει πλέον τον αριθμό των παιδιών που είναι λιποβαρή.

Ο έτερος επικεφαλής της μελέτης, Lawrence Haddad, δήλωσε: «Σήμερα ζούμε σε έναν κόσμο όπου η κακή διατροφή είναι η νέα νόρμα. Είναι ένας κόσμος που πρέπει όλοι να δεχθούμε ότι είναι εντελώς απαράδεκτος».