Ένα ποτήρι κόκκινο κρασί πριν από το άναμμα ενός τσιγάρου, μπορεί να αποτρέψει μερικές από τις βλάβες που προκαλούνται από το κάπνισμα, όπως ισχυρίζονται ερευνητές, καθώς το κρασί περιέχει χημικές ουσίες που προστατεύουν από τις βραχυπρόθεσμες βλάβες στα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων.

Οι επιστήμονες διερεύνησαν τις επιπτώσεις του καπνίσματος στο αίμα και τις αρτηρίες 20 υγιών μη καπνιστών που προσφέρθηκαν να «κάνουν» τρία τσιγάρα.

Οι μισοί από τους συμμετέχοντες ήπιαν ένα ποτήρι κόκκινο κρασί μία ώρα πριν από το κάπνισμα, κατανάλωση που υπολογίζεται να παράγει ένα επίπεδο αλκοόλ στο αίμα της τάξης του 0,75%.

Η κατανάλωση του κρασιού εμπόδισε την απελευθέρωση μικροσωματιδίων από τα τοιχώματα αρτηριών, αιμοπεταλίων και λευκών αιμοσφαιρίων που είναι γνωστό ότι προκαλούν βλάβες από το κάπνισμα.

Επίσης, μείωσε τη φλεγμονή και επιβράδυνε μια διαδικασία γενετικής γήρανσης των κυττάρων – που συνδέονται με το ένζυμο τελομεράση – διαδικασία που επιταχύνεται μετά το κάπνισμα. Η δραστηριότητα της τελομεράσης στους εθελοντές που δεν είχαν πιει κρασί μειώθηκε κατά 56% μετά το κάπνισμα, ενώ σε εκείνους που είχαν πιει ένα ποτηράκι μειώθηκε μόνο κατά 20%.

Η επικεφαλής επιστήμονας της έρευνας, Δρ Viktoria Schwarz, από το πανεπιστήμιο του Σάαρλαντ στη Γερμανία, δήλωσε: «Ο σκοπός της μελέτης μας ήταν να διερευνήσει τις έντονες αγγειακές επιδράσεις της κατανάλωση κόκκινου κρασιού πριν από το περιστασιακό κάπνισμα σε υγιή άτομα. Βρήκαμε στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η εκ των προτέρων κατανάλωση κόκκινου κρασιού εμπόδισε το μεγαλύτερο μέρος της αγγειακής βλάβης που προκαλείται από το κάπνισμα».

Πρόσθεσε ωστόσο ότι, δεδομένου ότι η μελέτη επικεντρώθηκε σε νέους, υγιείς, μη καπνιστές, δεν ήταν σαφές αν τα ευρήματα της έρευνας ισχύουν και για τους ηλικιωμένους, τους αρρώστους ή τους φανατικούς καπνιστές.

Η Δρ Schwarz τόνισε επίσης ότι η ομάδα της δεν ήθελε να παρακινήσει τους περιστασιακούς καπνιστές να πίνουν ή τους περιστασιακούς πότες να καπνίζουν: «Παρ ‘όλα αυτά, η μελέτη αυτή προσδιόρισε τους μηχανισμούς που θα πρέπει να εξετάσουμε για να εντοπίσουμε βλάβες και τρόπους προστασίας του αγγειακού συστήματος, ανοίγοντας το δρόμο για μελλοντικές κλινικές δοκιμές».

Η έρευνα δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση American Journal of Medicine.