Ένα δικαστήριο στην Αμερική αποφάσισε ότι μια γυναίκα με σοβαρή νευρική ανορεξία έχει το δικαίωμα να αρνηθεί την αναγκαστική σίτιση και να αφεθεί να πεθάνει από την πείνα.
Η 29χρονη, ο οποίος ζυγίζει περίπου 30 κιλά, εισήχθη στο πολιτειακό ψυχιατρικό νοσοκομείο του Morristown, στα ανατολικά της πολιτείας του Νιου Τζέρσεϊ, το 2014. Το αίτημά της για φροντίδα τελικού σταδίου έγινε δεκτό, μετά τη δήλωσή της στο δικαστήριο ότι δεν ήθελε να της δοθεί τροφή ή νερό.
Η νευρική ανορεξία, η οποία κάνει τους πάσχοντες να περιορίσουν την ποσότητα του φαγητού που τρώνε για να διατηρήσουν το βάρος τους όσο το δυνατόν χαμηλότερα, έχει το υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας από οποιαδήποτε άλλη ψυχιατρική διαταραχή. Σε ακραίες περιπτώσεις, οι γιατροί έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν τον ασθενή σε υποχρεωτική θεραπεία ώστε να αποτρέψουν το θάνατό του από πείνα, εφόσον υπάρχει η σύμφωνη γνώμη εισαγγελέα – ειδικά στις περιπτώσεις απεργίας πείνας. Όμως, καθώς η αναγκαστική σίτιση θεωρείται «βασανισμός» από τον ΟΗΕ και τη Διεθνή Ιατρική Ένωση, οι γιατροί μπορούν να αρνηθούν την εφαρμογή της, επικαλούμενοι και την Ιατρική Δεοντολογία, σύμφωνα με την οποία «ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβεί στην εκτέλεση οποιασδήποτε ιατρικής πράξης χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του ασθενή».
Το αμερικανικό δικαστήριο άκουσε τη γυναίκα να λέει ότι ακολουθούσε θεραπεία για διατροφικές διαταραχές, κατάθλιψη και κατάχρηση ουσιών από την ηλικία των 13 ετών και ο δικηγόρος της δήλωσε ότι λόγο του μακροχρόνιου υποσιτισμού η οστική πυκνότητά της ήταν παρόμοια με μιας γυναίκας 92 ετών.
Οι δικηγόροι της Πολιτείας από την άλλη, υποστήριξαν ότι η ανορεξία δεν είναι θανατηφόρα ασθένεια και ότι η ψυχιατρική διαταραχή της 29χρονης σήμαινε ότι δεν ήταν σε κατάσταση να αξιολογήσει και να αρνηθεί τη θεραπεία. Επίσης, τόνισαν ότι η κατάθλιψη της γυναίκας θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τη χρήση κεταμίνης, ένα πειραματικό φάρμακο που χρησιμοποιείται συχνά ως παράνομο ναρκωτικό.
Οι γιατροί της όμως είπαν στο δικαστήριο ότι ήταν απίθανο να αναρρώσει από τη διαταραχή της και ότι η αναγκαστική σίτιση θα είναι «απάνθρωπη».
Μετά το πέρας της δίκης, ο δικαστής δήλωσε ότι η απόφασή του στηρίχθηκε στην ομόφωνη στάση της οικογένειας, των γιατρών και των ψυχιάτρων της γυναίκας, της επιτροπής δεοντολογίας, ενώ χαρακτήρισε την κατάθεσή της «σταθερή και αξιόπιστη» και ότι παρουσιάστηκε στο δικαστήριο με τη θέλησή της. Σημείωσε επίσης ότι τα δικαστήρια των ΗΠΑ έχουν κάνει δεκτό στο παρελθόν το δικαίωμα των ασθενών ή των οικογενειών τους να αρνηθούν σωτήρια ιατρική περίθαλψη.