Τα λιπαρά τρόφιμα όπως το τυρί και το βούτυρο, συχνά θεωρούνται ένοχοι για την εμφάνιση καρδιακής νόσου – αλλά σύμφωνα με μια νέα μελέτη, μια διατροφή πλούσια σε κορεσμένο λίπος θα μπορούσε στην πραγματικότητα να αποφέρει σημαντικά οφέλη για την υγεία.
Η κατανάλωση περισσότερων τροφίμων με φυσικά υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, με παράλληλη μείωση της ποσότητας των υδατανθράκων που καταναλώνονται, δεν προκάλεσε αύξηση της επιβλαβούς χοληστερόλης, όπως ανακάλυψαν ερευνητές από το πανεπιστήμιο του Μπέργκεν.
Ο Simon Dankel, ο οποίος ηγήθηκε της μελέτης, δήλωσε ότι η έρευνα έδειξε ότι το ανθρώπινο σώμα «μπορεί να τα καταφέρει πολύ καλά με τα λίπη ως κύρια πηγή ενέργειας».
«Οι άνθρωποι θα πουν ότι δεν μπορείτε να χάσετε βάρος, ότι δεν μπορείτε να κάνετε οποιαδήποτε διατροφή βασισμένη στα κορεσμένα λίπη», είπε ο Δρ Dankel. «Αλλά σε αυτό το πλαίσιο, βλέπουμε μια πολύ θετική μεταβολική ανταπόκριση. Μπορείτε να βασίσετε την ενέργεια που παίρνετε από τη διατροφή σας είτε στους υδατάνθρακες είτε στα λίπη, δεν έχει μεγάλη διαφορά».
Οι γενικές κατευθυντήριες οδηγίες των περισσοτέρων χωρών, συμβουλεύουν να τρώμε λιγότερο κορεσμένα λιπαρά, διότι μια δίαιτα υψηλή σε κορεσμένα λιπαρά μπορεί να αυξήσει το επίπεδο της χοληστερόλης στο αίμα.
Περίπου 40 παχύσαρκοι άνδρες έλαβαν μέρος στη μελέτη, η οποία όπως είπε ο Δρ Dankel ήταν πιο αυστηρά ελεγχόμενη και ως εκ τούτου πιο αξιόπιστη από προηγούμενες έρευνες που έχουν γίνει για δίαιτες χαμηλές σε υδατάνθρακες. Οι μισοί συμμετέχοντες ακολούθησαν μια διατροφή χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά και πλούσια σε υδατάνθρακες, ενώ οι υπόλοιποι κατανάλωναν λιγότερους υδατάνθρακες αλλά διπλάσια κορεσμένα λιπαρά, με το 24% του συνόλου της ενεργειακής πρόσληψής τους για μία ημέρα να προέρχονται αποκλειστικά από το βούτυρο.
«Δώσαμε έμφαση ιδιαίτερα στα γαλακτοκομικά λίπη. Οι άνθρωποι έτρωγαν κρέμα γάλακτος, βούτυρο και λίγο λάδι καρύδας», είπε ο Δρ Dankel, ο οποίος τόνισε ότι η διατροφή τους δεν περιελάμβανε επεξεργασμένα λίπη που βρίσκονται κατά κόρον στο junk food. Και οι δύο ομάδες έτρωγαν πολλά λαχανικά και δεν ξεπερνούσαν τις 2.100 θερμίδες την ημέρα.
Μέχρι το τέλος της μελέτης και οι δύο ομάδες είχαν χάσει κατά μέσο όρο 12 κιλά, τα περισσότερα εκ των οποίων ήταν από το σωματικό λίπος, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο ασθενειών που σχετίζονται με την παχυσαρκία, όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση και ο διαβήτης.
Ο Δρ Dankel δήλωσε ότι η νέα έρευνα αμφισβήτησε «την υποτιθέμενη ισχυρή αρνητική επίδραση των κορεσμένων λιπαρών στην υγεία, οι οποίες δεν είχαν ελεγχθεί ποτέ τόσο άμεσα. Δεν είναι τα ίδια τα λιπαρά που έχουν αρνητικές επιπτώσεις για την υγεία. Μπορείτε να έχετε εξίσου καλά αποτελέσματα για την υγεία με μια υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά διατροφή, όπως και με μια διατροφή με λίγα λιπαρά», είπε.
Η έρευνα θα μπορούσε να βοηθήσει να εξηγήσει το λεγόμενο «γαλλικό παράδοξο» – το γεγονός δηλαδή ότι στη Γαλλία τα ποσοστά καρδιοπαθειών είναι χαμηλά, αν και η διατροφή είναι σχετικά πλούσια σε κορεσμένα λίπη.
Τα μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά τρόφιμα έχουν γίνει δημοφιλή τις τελευταίες δεκαετίες, είπε ο Δρ Dankel, αλλά οι κατασκευαστές «προσθέτουν ζάχαρη για να αντικαταστήσουν τα νόστιμα λίπη. Πολλοί άνθρωποι λένε ότι αυτό είναι ένα σημαντικό πείραμα για τη διατροφή μας. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου πάντως, έχουμε την μεγαλύτερη αύξηση παχυσαρκίας και ασθενειών που σχετίζονται με αυτήν».