Στις γυναίκες με προεμμηνορροϊκό σύνδρομο (PMS) θα πρέπει να προσφέρεται κανονική θεραπεία, υποστηρίζουν ειδικοί επί του θέματος.
Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές για τους εργαζομένους στην υγειονομική περίθαλψη της Μεγάλης Βρετανίας συνιστούν να προσφέρεται γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία στις γυναίκες που έχουν διαγνωστεί με PMS. Οι ειδικοί από το Βασιλικό Κολέγιο Μαιευτήρων και Γυναικολόγων (RCOG) δημιουργήσει τις γενικές κατευθύνσεις για να βοηθήσουν εκείνους που φροντίζουν τις γυναίκες με την πάθηση.
Τέσσερις στις 10 γυναίκες μπορεί να υποφέρουν από συμπτώματα του PMS και 5 έως 8% αυτών θα υποστούν σοβαρή κρίση PMS, λένε οι ειδικοί του RCOG.
Οι γυναίκες με το σύνδρομο μπορεί να υποφέρουν από ψυχολογικά συμπτώματα όπως κατάθλιψη, άγχος, ευερεθιστότητα, απώλεια εμπιστοσύνης και εναλλαγές της διάθεσης. Μπορούν επίσης να υποφέρουν από σωματικά συμπτώματα, συμπεριλαμβανομένου του τυμπανισμού και του πόνου στο στήθος.
Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές λένε ότι η διάγνωση μπορεί να γίνει εάν τα συμπτώματα είναι αρκετά σοβαρά ώστε να έχουν αντίκτυπο στην καθημερινότητα της γυναίκας ή του κοριτσιού ή να επηρεάζουν αρνητικά την εργασία, τις επιδόσεις στο σχολείο ή τις προσωπικές σχέσεις.
Ως θεραπεία πρώτης γραμμής, θα πρέπει να προσφέρεται γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία, σύμφωνα με τις γενικές οδηγίες, ενώ θα πρέπει να εξεταστεί και η παροχή βιταμίνης Β6. Εν τω μεταξύ, τα αντικαταθλιπτικά και η συνεχής χρήση αντισυλληπτικών χαπιών θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως θεραπευτικές λύσεις κατά το σχεδιασμό μακροχρόνιας φροντίδας. Οι επιλογές θεραπείας δεύτερης γραμμής περιλαμβάνουν έμπλαστρα οιστρογόνων ή υψηλότερες δόσεις αντικαταθλιπτικών.
Οι οδηγίες προσθέτουν ως τελευταία γραμμή άμυνας θα μπορεί να ληφθεί υπόψη ακόμη και το χειρουργείο, για την αφαίρεση των ωοθηκών και της μήτρας.
Οι κατευθυντήριες γραμμές προσθέτουν επίσης ότι υπάρχουν λίγα στοιχεία που να υποστηρίζουν τη χρήση συμπληρωματικών φαρμάκων ως θεραπευτική επιλογή για το σύνδρομο: «Το PMS μπορεί να είναι μια σοβαρή κατάσταση που να επηρεάζει δραματικά την ποιότητα της ζωής μιας γυναίκας, την προσωπική και επαγγελματική της ζωή και ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να υιοθετηθεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση στη θεραπεία», δήλωσε ο Shaughn O’Brien, καθηγητής μαιευτικής και γυναικολογίας στο πανεπιστήμιο του Keele και επικεφαλής συγγραφέας των κατευθυντήριων οδηγιών.
«Ενώ πολλές γυναίκες μπορεί να αντιμετωπίσουν το σύνδρομο με τον παθολόγο τους, υιοθετώντας αλλαγές στον τρόπο ζωής, λαμβάνοντας αντισυλληπτικά, αντικαταθληπτικά SSRI (εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης) ή βιταμίνη Β6, μερικές γυναίκες θα χρειαστούν πιο περίπλοκη φροντίδα που παρέχεται από ομάδα παθολόγων, γυναικολόγων, ψυχιάτρων και διαιτολόγων».