Ασθενείς χωρίς κανέναν απολύτως έλεγχο του σώματός τους, κατάφεραν και πάλι να επικοινωνήσουν, χάρη σε ένα σύστημα διεπαφής εγκεφάλου-υπολογιστή που χρησιμοποιήθηκε για να διαβάσει τις σκέψεις τους και να τις μεταφράσει σε βασικές απαντήσεις, δηλαδή ναι ή όχι.
Η μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε τέσσερις ασθενείς στην Ελβετία και δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση PLoS Biology έδειξε επίσης ότι οι ασθενείς ήταν γενικά ευχαριστημένοι, παρά το γεγονός ότι δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν με τους γύρω τους.
Όλοι οι ασθενείς παρουσίαζαν προηγμένες μορφές αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση, πάθηση στην οποία ο εγκέφαλος χάνει την ικανότητα να ελέγχει τους μύες. Οι ασθενείς παγιδεύονται τελικά στο δικό τους σώμα – είναι σε θέση να σκέφτονται, αλλά δεν μπορούν να κινηθούν ή να μιλήσουν.
Ακόμη και όταν εμφανιστεί το σύνδρομο εγκλεισμού όπως λέγεται, είναι ακόμη δυνατόν να αναπτύξουν τρόπους επικοινωνίας, χρησιμοποιώντας κινήσεις των ματιών – σε αυτή την περίπτωση μιλάμε για ατελές σύνδρομο εγκλεισμού.
Όμως όλοι οι ασθενείς στη μελέτη, που πραγματοποιήθηκε στο Ιατρικό Κέντρο Wyss στην Ελβετία, είχαν πλήρες σύνδρομο εγκλεισμού – δηλαδή δεν μπορούσαν καν να κινήσουν τα μάτια τους και κατά συνέπεια να επικοινωνήσουν με οποιοδήποτε τρόπο με τους γύρω τους.
Η δραστηριότητα των κυττάρων του εγκεφάλου μπορεί να αλλάξει τα επίπεδα οξυγόνου στο αίμα, γεγονός που με τη σειρά του αλλάζει το χρώμα του αίματος. Ο ι επιστήμονες κατάφεραν να κοιτάξουν μέσα στον εγκέφαλο με τη χρήση φωτός για να ανιχνεύσουν το χρώμα του αίματος, μέσα από μια τεχνική που ονομάζεται φασματοσκοπία υπερύθρου.
Στη συνέχεια ζήτησαν από τους ασθενείς να απαντήσουν σε ερωτήσεις που η απάντηση ήταν ναι ή όχι, όπως: «το όνομα του συζύγου σας είναι Joachim;», ώστε να εκπαιδεύσουν έναν υπολογιστή για να ερμηνεύει τα σήματα του εγκεφάλου.
Το σύστημα λειτούργησε με ακρίβεια περίπου 75%. Αυτό σημαίνει ότι τα ερωτήματα πρέπει να τεθούν κατ ‘επανάληψη, προκειμένου να είναι σίγουροι οι γιατροί για την απάντηση του ασθενούς.
Ο καθηγητής Ujwal Chaudhary, ένας από τους ερευνητές, δήλωσε: «Η τεχνική αυτή δημιουργεί μια μεγάλη διαφορά στην ποιότητα της ζωής των ασθενών. Φανταστείτε να μην είχατε κανένα μέσο επικοινωνίας και στη συνέχεια να μπορούσατε να λέτε ναι ή όχι – θα είχε τεράστιο αντίκτυπο».
Σε μία περίπτωση, μια κόρη ήθελε την ευλογία του πατέρα της, ο οποίος είχε πλήρες σύνδρομο εγκλεισμού, προτού παντρευτεί τον φίλο της. Όμως οκτώ φορές στις 10, η απάντηση του πατέρα της ήταν «όχι»!
«Δεν ξέρω γιατί είπε όχι», δήλωσε ο καθηγητής Chaudhary. «Αλλά παντρεύτηκαν, τίποτα δεν μπορεί να σταματήσει τον έρωτα».