Οι προσπάθειες για την αποφυγή ενός νέου lockdown και τα μέτρα για την ανάσχεση του δεύτερου κύματος της πανδημίας δεν κατάφεραν να σταματήσουν την εξάπλωση του νέου κορωνοϊού. Για τον λόγο αυτό, η χώρα μπαίνει από το Σάββατο 7 Νοεμβρίου και για τρεις εβδομάδες σε ολικό lockdown, όπως ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, παρουσία και του καθηγητή λοιμωξιολογίας Σωτήρη Τσιόδρα. Άνευ απροόπτου, το μέτρο θα διαρκέσει ως τις 30 Νοεμβρίου.
Όπως και την άνοιξη, ενεργοποιούνται ξανά τα SMS για τον έλεγχο της κυκλοφορίας των πολιτών, αναστέλλεται η λειτουργία του λιανεμπορίου (με εξαίρεση τα καταστήματα λιανικής πώλησης τροφίμων, όπως super-market, mini-market κλπ, καθώς και τα pet shop), των κομμωτηρίων και των υπηρεσιών προσωπικής υγιεινής, η εστίαση παραμένει σε αναστολή λειτουργίας και επιτρέπονται μόνο υπηρεσίες delivery (τα καταστήματα τροφίμων θα λειτουργούν έως τις 20:30, ενώ προβλέπεται η λειτουργία τους και το Σαββατοκύριακο). Τα Γυμνάσια και τα Λύκεια θα προχωρήσουν σε τηλεκπαίδευση, αλλά τα νηπιαγωγεία και τα Δημοτικά θα παραμείνουν ανοιχτά.
Εξηγώντας την απόφασή του, ο Πρωθυπουργός ανέφερε: «Τις τελευταίες πέντε ημέρες είδαμε εκθετική αύξηση των κρουσμάτων. Το είδαμε σε επίπεδο συνολικό των κρουσμάτων. Είδαμε αύξηση στις νοσηλείες, στους διασωληνωμένους, μια άσχημη αναλογία εισαγωγών-εξιτηρίων στα νοσοκομεία. Αν συνεχίζαμε με αυτόν τον ρυθμό, θα έπρεπε να δεχθούμε σε 10 ημέρες πάνω από 1.000 συμπολίτες μας, από τους οποίους οι 150 θα έπρεπε να οδηγηθούν στις ΜΕΘ. […] Θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος, γιατί δεν περιμένετε 10-15 ημέρες, να δείτε αν τα μέτρα που πήρατε πριν από 5 ημέρες είχαν αποτέλεσμα;Η εκθετική αύξηση με υποχρεώνει να πάρω τα μέτρα τώρα. Υπήρχε περίπτωση να δούλευαν, αλλά, αν δεν δούλευαν, η πίεση στο σύστημα υγείας θα ήταν ανυπόφορη και δεν μπορώ να το επιτρέψω».
Από την πλευρά του, ο επικεφαλής του υπουργείου Υγείας για τον νέο κορωνοϊό καθηγητής λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας εξήγησε ότι «από το τέλος Οκτωβρίου έχει αυξηθεί εκθετικά η επιδημία του ιού στην Ελλάδα. Ο αριθμός των τεστ -και αφορά από τις 10 Σεπτεμβρίου και μετά- έχουμε 20πλασιασει τον αριθμό με μέσο όρο πάνω από 19.000 μοριακά τεστ, ενώ κάνουμε 3.000 τεστ αντιγόνων την ημέρα. Από τις 10 Σεπτεμβρίου υπάρχει άνοδος στη θετικότητα των τεστ, που ξεπερνάει το 9% και, όταν το δει κανείς σε συνάρτηση με την εκθετική αύξηση του ιού, κάποιος με συμπτώματα έχει 1 στις 10 πιθανότητες να έχει τον ιό και αυτό είναι μεγάλο ποσοστό. Ποτέ ξανά στην σύγχρονη ιστορία δεν είχαμε 1.600 νοσηλευόμενους από έναν ιό που κάνει πνευμονία».
Ο καθηγητής μίλησε επίσης για την πιθανότητα μετάλλαξης του ιού: «Έκπληκτοι διαπιστώνουμε τη σημαντική ταχύτητα του ιού και ζητήσαμε από τα ερευνητικά εργαστήρια να δουν αν έχει κάτι αλλάξει στον ιό. Ήδη οι επιστήμονες στο Παστέρ, στη Θεσσαλονίκη και άλλοι καθηγητές κάνουν βαθιά μοριακή ανάλυση του ιού, για να δουν αν έχει υπάρξει κάποια αλλαγή. Κάποιες εργασίες από το εξωτερικό δείχνουν μια μετάλλαξη από τον Ιούνιο και μετά. Δεν το είδαμε τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, γιατί ο κόσμος ήταν έξω και υπήρχε και μια επίδραση από το κλίμα. Μας εκπλήσσει η ταχύτητα μετάδοσης του ιού, που οδηγεί μαθηματικά στην πίεση του συστήματος υγείας»
Όσον αφορά τις εισηγήσεις της επιτροπής των λοιμοξιολόγων, ο Πρωθυπουργός ανέφερε πως όταν η επιτροπή «καταλήγει σε μια απόφαση, αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν ομόφωνη. Χρέος της επιτροπής είναι να καταλήγει έστω και δια ψηφοφορίας σε μια κοινή συνισταμένη. Είναι αδιανόητο να πιστεύει κανεις ότι άλλα λέγονται στην επιτροπή και άλλα έξω. Αυτονόητη η σύσταση για την ενίσχυση των ΜΜΜ. Το αν και πώς μπορούμε να το κάνουμε, δεν είναι δουλειά της επιτροπής» και συνέχισε κάνοντας αυτοκριτική: «Ασφαλώς υπάρχει κυβερνητική ευθύνη, εμείς παίρνουμε τις αποφάσεις. Ασφαλώς έχουν γίνει και λάθη που έχουμε αναγνωρίσει και έχουμε σπεύσει να διορθώσουμε. Πολλές φορές έχουμε δεχθεί κριτική από την αντιπολίτευση, που είναι ανυπόστατη. Για παράδειγμα τα μέσα μεταφοράς. Από τα πρώτα πράγματα που μας είπαν οι ειδικοί, είναι ότι πρέπει να τα ενισχύσουμε. Κάναμε το καλύτερο που μπορούσαμε σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Προφανώς θα μπορούσαμε να κάνουμε και κάτι καλύτερο».