Έχετε σκεφτεί ποτέ να φύγετε από το σινεμά επειδή ο διπλανός σας κάνει πολύ θόρυβο καθώς μασουλάει το ποπ κορν; Δεν είστε οι μόνοι. Οι άνθρωποι με μισοφωνία ενοχλούνται, εξοργίζονται ή απελπίζονται από συγκεκριμένους ήχους, ιδίως εκείνους που προέρχονται από άλλους ανθρώπους
Συγκεκριμένοι ήχοι μπορεί να καταστρέψουν τις ζωές των ανθρώπων με μισοφωνία, οι οποίοι δυσκολεύονται να ελέγξουν τα συναισθήματά τους και μπορεί να έχουν ακόμη και επώδυνα σωματικά συμπτώματα, που ίσως τους οδηγήσουν στο να απομονωθούν και να υποφέρουν από άγχος.
Η μισοφωνία, όπως προδίδει το όνομά της, είναι μια πάθηση κατά την οποία ορισμένοι ήχοι προκαλούν ακραίες αντιδράσεις σε όσους υποφέρουν από αυτή. Γνωστή και ως σύνδρομο επιλεκτικής ευαισθησίας στους ήχους, η μισοφωνία συνήθως συνδέεται με το μίσος για τους ήχους που παράγονται από άλλα άτομα, όπως οι ήχοι από το μάσημα και το φαγητό, το καθάρισμα του λαιμού, η εισπνοή ή το επαναλαμβανόμενο χτύπημα των δακτύλων.
Το μίσος είναι τόσο έντονο που οι άνθρωποι με την πάθηση μπορεί να μην είναι σε θέση να συμμετάσχουν σε κοινωνικές καταστάσεις και να δυσκολεύονται στο χώρο εργασίας λόγω της αδυναμίας τους να βρίσκονται κοντά σε ανθρώπους που παράγουν τέτοιους ήχους.
Οι ασθενείς με μισοφωνία αναφέρουν ανεξέλεγκτα αισθήματα πανικού, άγχους και οργής όταν η πάθηση εκδηλώνεται. Ορισμένες φορές αναφέρονται και σωματικά συμπτώματα, όπως πίεση στο κεφάλι, το στήθος ή ολόκληρο το σώμα, αυξημένη ένταση στο σώμα και σφίξιμο. Μερικοί άνθρωποι αναφέρουν επίσης αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος, της αρτηριακής πίεσης ή του καρδιακού ρυθμού όταν εκτίθενται σε ενοχλητικά ακουστικά ερεθίσματα, ενώ άλλοι αναφέρουν ιδρωμένες παλάμες, δυσκολία στην αναπνοή και σωματικό πόνο.
Οι άνθρωποι ανέφεραν επίσης ότι κάνουν αρνητικές σκέψεις σε τέτοιες περιπτώσεις για όσους προκαλούν τους ήχους, όπως «θέλω να ρίξω γροθιά σε αυτό το άτομο», «μισώ αυτό το άτομο» και «μα το κάνουν επίτηδες;»,
Ο πιο κοινός τρόπος αντιμετώπισης της πάθησης από τους πάσχοντες, είναι η αποφυγή των άλλων ανθρώπων – η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αναστάτωση την καθημερινή τους ζωή.
Ένας πάσχων είπε ότι αποφεύγει οποιαδήποτε κατάσταση που περιλαμβάνει πολλούς ανθρώπους, όπως διαλέξεις, κινηματογράφους, εστιατόρια και θέατρα. Μια άλλη πάσχουσα, ανέφερε ότι ένιωθε απομονωμένη επειδή δεν άντεχε να βρίσκεται στο ίδιο δωμάτιο με το μωρό της κόρης της, εξαιτίας του ήχου της αναπνοής του.
Μερικοί ασθενείς χρησιμοποιούν τη μίμηση ως μηχανισμό αντιμετώπισης, προσπαθώντας να «εξουδετερώσουν» την ενόχληση από τον ήχο προκαλώντας τον οι ίδιοι.
Άλλοι ασθενείς χρησιμοποιούν ωτοασπίδες ή ακουστικά ή μιλάνε στον εαυτό τους για να προσπαθήσουν να ηρεμήσουν.
Για τη θεραπεία της πάθησης δεν χρησιμοποιούνται συνήθως φάρμακα, αν και αντικαταθλιπτικά και αγχολυτικά έχουν χρησιμοποιηθεί σε μια προσπάθεια να ανακουφιστούν τα συμπτώματα.
Η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία χρησιμοποιείται για να εκπαιδεύσει τους ασθενείς στην καταπολέμηση αρνητικών σκέψεων και συναισθημάτων που δημιουργούνται από ορισμένους ήχους. Οι ασθενείς μαθαίνουν να αντιμετωπίζουν τα συναισθήματα πανικού και άγχους και αναπτύσσουν την ικανότητα να αγνοούν τα αρνητικά συναισθήματα.