Η διαλειμματική νηστεία είναι εξαιρετικά δημοφιλής ως μέθοδος απώλειας βάρους, αλλά τα αποτελέσματα κλινικών δοκιμών δείχνουν ότι δεν είναι πιο αποτελεσματική από την απλή δίαιτα με μειωμένες θερμίδες.
Άτομα που απλώς μείωσαν την ημερήσια θερμιδική τους πρόσληψη κατά 25% έχασαν το μεγαλύτερο βάρος και λιπώδη ιστό σε τρεις εβδομάδες, σε σύγκριση με δύο ομάδες που ακολουθούσαν διαφορετικό πρόγραμμα διαλειμματικής νηστείας, όπως ανέφερε μια διεθνής ομάδα ερευνητών.
Δεν υπήρχε επίσης διαφορά μεταξύ των ομάδων όσον αφορά την υγεία της καρδιάς, τον μεταβολισμό ή την έκφραση γονιδίων που σχετίζονται με τα λιπώδη κύτταρα, σύμφωνα με τους ερευνητές – με άλλα λόγια, δεν υπάρχουν κρυμμένα οφέλη από τη διαλειμματική νηστεία.
«Η τυπική δίαιτα μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική από τη διαλειμματική νηστεία για τη μείωση του σωματικού λίπους», δήλωσε ο ανώτερος ερευνητής James Betts, καθηγητής μεταβολικής φυσιολογίας στο Κέντρο Διατροφής, Άσκησης και Μεταβολισμού του Πανεπιστημίου του Μπαθ στην Αγγλία.
Οι διαλειμματικές νηστείες απαιτούν από τους ανθρώπους να μην τρώνε καθόλου είτε συγκεκριμένες ημέρες της εβδομάδας είτε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας. Αυτή η κλινική δοκιμή δοκίμασε τα πλεονεκτήματα μιας διαλειμματικής νηστείας, στην οποία οι συμμετέχοντες δεν θα έτρωγαν μια μέρα και την επόμενη θα κατανάλωναν έως και διπλάσιες από τις συνηθισμένες καθημερινές θερμίδες.
Οι ερευνητές στρατολόγησαν 36 συμμετέχοντες και τους χώρισαν σε τρεις ομάδες των 12. Η μία ομάδα έτρωγε απλώς 25% λιγότερες θερμίδες κάθε μέρα, η δεύτερη δεν έτρωγε μια μέρα και την άλλη έτρωγε 150% των ημερήσιων θερμίδων, ενώ η τρίτη έτρωγε 200% της ημερήσιας πρόσληψης ενέργειας κάθε δεύτερη μέρα.
Τρεις εβδομάδες αργότερα, η ομάδα που ακολουθούσε την απλή δίαιτα είχε χάσει το μεγαλύτερο βάρος, με μέση απώλεια λίπους περίπου 1,75 κιλά. Η ομάδα που έτρωγε το 150% της κανονικής διατροφής κάθε δεύτερη μέρα είχε μέση απώλεια λίπους περίπου 750 γραμμάρια, ενώ η ομάδα που έτρωγε το διπλάσιο κάθε δεύτερη μέρα δεν είχε σημαντική μείωση βάρους.
Όσοι έκαναν διαλειμματική νηστεία δεν είχαν επίσης οφέλη όσον αφορά τα επίπεδα χοληστερόλης ;h σακχάρου στο αίμα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science Translational Medicine.