Μια ευρωπαϊκή μελέτη διαπίστωσε ότι οι ασθενείς με ήπιες περιπτώσεις Covid-19 είχαν πολύ περισσότερες πιθανότητες να αναφέρουν ότι έχασαν την όσφρησή τους από ασθενείς με μέτριες έως κρίσιμες περιπτώσεις. Σχεδόν σε όλους τους ασθενείς η όσφρηση επανήλθε μέσα σε 6 μήνες, ανέφερε η μελέτη.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν 2.581 ασθενείς με Covid-19 σε 18 ευρωπαϊκά νοσοκομεία από τον Μάρτιο έως τον Ιούνιο για οσφρητική δυσλειτουργία ή ανοσμία, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of Internal Medicine.
Οι ασθενείς ανέφεραν απώλεια μυρωδιάς στο 85,9% των ήπιων περιπτώσεων Covid-19, 4,5% σε μέτριες περιπτώσεις και 6,9% σε σοβαρές έως κρίσιμες περιπτώσεις, όπως ανέφερε η μελέτη. Ως ήπια κρίνονταν τα κρούσματα που δεν είχαν ενδείξεις ιογενούς πνευμονίας και ανάρρωσαν στο σπίτι.
Οι ασθενείς ανέφεραν ότι έχασαν την αίσθηση της όσφρησης για κατά μέσο όρο 21,6 ημέρες, αλλά περίπου το ένα τέταρτο των ασθενών δήλωσε ότι η όσφρησή τους δεν επανήλθε για 60 ημέρες.
Οι ερευνητές έκαναν επίσης «αντικειμενικές κλινικές αξιολογήσεις» χρησιμοποιώντας ειδικά τεστ όσφρησης. Οι ερευνητές παρατήρησαν κλινικά την απώλεια μυρωδιάς στο 54,7% των ήπιων περιπτώσεων και στο 36,6% των μέτριων έως κρίσιμων περιπτώσεων, όπως ανέφερε η μελέτη.
«Η οσφρητική δυσλειτουργία είναι πιο διαδεδομένη σε ήπιες μορφές Covid‐19 παρά σε μέτριες έως κρίσιμες μορφές», κατέληξαν οι ερευνητές: «Η οσφρητική δυσλειτουργία εξαφανίστηκε στο 95% των ασθενών σε 6 μήνες».
Από τους 2.581 ασθενείς, 2.194 περιπτώσεις ταξινομήθηκαν ως ήπιες περιπτώσεις, 110 ως μέτριες και 277 ως σοβαρές έως κρίσιμες. Οι ασθενείς ταξινομήθηκαν με βάση τη βαθμολογία σοβαρότητας της νόσου Covid‐19 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Η μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι οι νεότεροι ασθενείς είχαν περισσότερες πιθανότητες να αναφέρουν ότι έχουν απώλεια όσφρησης σε σχέση με τους ηλικιωμένους, αλλά οι ερευνητές δεν μπόρεσαν να διαπιστώσουν γιατί συμβαίνει κάτι τέτοιο.