Οι θετικές σκέψεις για τον εαυτό μας και τους αγαπημένους μας μπορούν να αποδειχθούν ωφέλιμες για τη γενική μας ευημερία, όπως ανακάλυψε μια μελέτη.
Ερευνητές από τα πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Έξετερ διεξήγαγαν μια έρευνα για να διερευνήσουν τη συσχέτιση μεταξύ της ύπαρξης θετικών σκέψεων και της ψυχολογικής κατάστασης ενός ατόμου. Για τη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Clinical Psychological Science, οι 135 άνθρωποι που συμμετείχαν χωρίστηκαν σε πέντε ομάδες.
Σε κάθε ομάδα δόθηκε μια διαφορετική σειρά ηχητικών οδηγιών, μερικές από τις οποίες ενθάρρυναν τους συμμετέχοντες να σκέφτονται θετικά για τον εαυτό τους, ενώ άλλες τους προέτρεπαν να κάνουν αυτοκριτική. Αφού άκουσαν τις ηχητικές οδηγίες, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να απαντήσουν σε μια σειρά ερωτήσεων, όπως εάν αισθάνονταν ασφαλείς, πόσο πιθανό ήταν να δείξουν καλοσύνη και πόσο συνδεδεμένοι αισθάνονταν με άλλα άτομα. Οι ερευνητές σημείωσαν επίσης τον καρδιακό ρυθμό και την έκκριση ιδρώτα της κάθε ομάδας, αφού όλες άκουσαν τα ηχητικά κλιπ των 11 λεπτών.
Οι συμμετέχοντες που άκουγαν στις οδηγίες να σκέφτονται θετικά για τον εαυτό τους ήταν πιο πιθανό να παρουσιάσουν μια σωματική ανταπόκριση που σχετίζεται με τη χαλάρωση και την αίσθηση ασφάλειας. Ο καρδιακός τους ρυθμός μειώθηκε επίσης, κάτι που οι ερευνητές δηλώνουν ότι είναι «ένα υγιές σημάδι μιας καρδιάς που μπορεί να ανταποκριθεί με ευελιξία στις καταστάσεις».
Εκείνοι που άκουσαν τα ηχητικά κλιπ που τους καλούσαν σε αυτοκριτική παρατηρήθηκε ότι είχαν υψηλότερο καρδιακό ρυθμό και ανταπόκριση στο ιδρώτα – δύο παράγοντες που υποδηλώνουν «αισθήματα απειλής και κινδύνου».
Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα, η δυνατότητα να απενεργοποιούμε τη φυσική αντίδραση του σώματος στην απειλή, μπορεί να ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα και κατά συνέπεια να αυξήσει τις πιθανότητες να ανακάμψει ο οργανισμός γρήγορα από μια ασθένεια.
«Αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι το να είμαστε καλοί με τον εαυτό του απενεργοποιεί την αντίδραση απειλής και θέτει το σώμα σε κατάσταση ασφάλειας και χαλάρωσης που είναι σημαντική για την ανάπλαση των κυττάρων και την επούλωση των βλαβών του οργανισμού», δήλωσε ο Δρ Hans Kirschner του Πανεπιστημίου του Έξετερ, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Ο Willem Kuyken, καθηγητής κλινικής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και συν-συγγραφέας της μελέτης, πιστεύει ότι οι διαπιστώσεις τους θα μπορούσαν να είναι ιδιαίτερα επωφελή για τους ανθρώπους που έχουν διαγνωστεί με κατάθλιψη.